
Είναι περίεργο πώς λειτουργούν τα σύμβολα: εκατό διαφορετικοί άνθρωποι μπορεί να δουν την ίδια εικόνα όμως καθένας απ’ αυτούς θα προσέξει μια ξεχωριστή λεπτομέρεια την οποία θα συνδυάσει στο μυαλό του με την εικόνα. Αυτό συνέβη σ’ εμένα με το σόρομπαν (そろばん) τον ιαπωνικό άβακα: από την πρώτη στιγμή που τον είδα, ταυτίστηκε στο μυαλό μου με την κουλτούρα του σιταμάτσι, της «κάτω πόλης» των εμπόρων και των τεχνιτών του Έντο και του προπολεμικού Τόκιο –ίσως επειδή δεν περίμενα ότι σε μια εποχή που όλοι στρέφονται στην τεχνολογία για τα πάντα, θα υπήρχαν άνθρωποι (και δη στην πρωτεύουσα της χώρας που εφηύρε τις ηλεκτρονικές αριθμομηχανές) που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν την παλιότερη ίσως συσκευή αριθμητικών υπολογισμών που επινόησε ο άνθρωπος. Και ότι θα το κάνουν με μια άνεση που θα ζήλευε ακόμα και ο πιο γρήγορος χρήστης υπολογιστή.
Ο άβακας ήρθε στην Ιαπωνία από την Κίνα (βεβαίως) κάποια στιγμή ενώ μαίνονταν οι εμφύλιοι πόλεμοι που άρχισαν τον 12ο αιώνα και συνέχισαν ως τον 17ο –αν ο Τοκουγκάουα Ιεγιάσου δεν είχε νικήσει στη Σεκιγκαχάρα τον Οκτώβρη του 1600, πιθανότατα θα είχε παραμείνει ένα εργαλείο για τους μαθηματικούς όμως η «Pax Tokugawa» και η εμπορική άνθιση της Οσάκα και του Έντο, έφεραν στην επιφάνεια μια άλλη τάξη που χρειαζόταν να κάνει γρήγορα υπολογισμούς. Με τυπική ιαπωνική ενάργεια, οι έμποροι τον τροποποίησαν σε μέγεθος ώστε να ταιριάζει με τις ανάγκες τους και τον έκαναν αναπόσπαστο κομμάτι της εργαλειοθήκης τους, διδάσκοντας τη χρήση του αρχικά στόμα με στόμα και μετά στα σχολεία –η πεθερά μου που γεννήθηκε στην πρώτη δεκαετία του αυτοκράτορα Σόουα, τη δεκαετία που ο δυτικός κόσμος αποκαλεί «του 1930», χρησιμοποιούσε το σόρομπαν πολύ πιο γρήγορα από ό,τι την ηλεκτρονική αριθμομηχανή γιατί έτσι είχε μάθει στο δημοτικό.
Αυτό που εντυπωσιάζει –εμένα τουλάχιστον- είναι ότι η πεθερά μου δεν ήταν απλώς ένα απολίθωμα των αρχών του προηγούμενου αιώνα: σε όλο το σιταμάτσι, οι έμποροι και δη αυτοί που ασχολούνται με το εμπόριο παραδοσιακών αντικειμένων, δεν έπαψαν ποτέ να χρησιμοποιούν το «πρωτόγονο» μαραφέτι με τις χάντρες και δεν έπαψαν να διδάσκουν τα παιδιά τους και τους μαθητευόμενους υπαλλήλους τους στη χρήση του. Και δεν είναι οι μόνοι: οι πελάτες δε δείχνουν καμία δυσκολία να συμμετάσχουν στο παιχνίδι. Ο έμπορος κάνει τον υπολογισμό στο σόρομπαν, το γυρίζει προς τον πελάτη για να του δείξει το άθροισμα κι εκείνος γνέφει καταφατικά και πληρώνει το ποσό, σαν πρωταγωνιστές σε μια ξυλοτυπία ούκιγιο-ε του 18ου αιώνα –το γεγονός ότι και οι δύο κρατούν στο χέρι τους έναν πανίσχυρο υπολογιστή μέσα στο κινητό τους μοιάζει να τους είναι εντελώς αδιάφορο, το ίδιο και το γεγονός ότι η σκηνή διαδραματίζεται στην πιο τεχνολογικά αναπτυγμένη μητρόπολη του πλανήτη.