«Οι άνθρωποι εκεί έχουν άλλη αίσθηση του χρόνου» –υπάρχει κανείς που δεν έχει ακούσει το κλισέ αυτό για τους πολιτισμούς της Άπω Ανατολής; Οι ανατολίτες δεν είναι σκλάβοι των ρολογιών όπως οι δυτικοί: αντιλαμβάνονται τον χρόνο με το πέρασμα των εποχών και με την ανατολή και τη δύση του ήλιου και φτιάχνουν το πρόγραμμα της ημέρας, της εβδομάδας και του χρόνου τους σύμφωνα με τους κύκλους της φύσης. Δε βιάζονται, δεν πιέζονται και δεν αγχώνονται και αυτό αντανακλάται στα προϊόντα του πολιτισμού τους, γεγονός που δικαιολογεί γιατί τα προϊόντα αυτά είναι περιζήτητα και γιατί οι άνθρωποι στη Δύση θέλουν να τα έχουν στο περιβάλλον τους: τους θυμίζουν πώς να ζουν πιο εναρμονισμένοι με τη φύση και άρα με περισσότερη ισορροπία και ηρεμία. (Η σύγκριση μεταξύ των δύο στάσεων ζωής και δη η σύγκριση που καταλήγει, κάπως υποκριτικά, υπέρ της ανατολικής είναι προαιρετική αλλά ακολουθεί σχεδόν πάντα.)
Όλα αυτά θα ήταν πολύ ωραία αν ίσχυαν∙ η δική μου εμπειρία και, πιστεύω, όσων έχουν βρεθεί στην Ιαπωνία έστω και σαν επισκέπτες είναι εκ διαμέτρου αντίθετη: δεν ξέρω τι συνέβαινε πριν από 100 ή 200 χρόνια όμως αμφιβάλλω αν υπάρχει άλλος λαός που έχει τόσο στενή σχέση με το ρολόι όσο οι σύγχρονοι Ιάπωνες. Από τη στιγμή που ξυπνούν το πρωί ως τη στιγμή που πέφτουν για ύπνο το βράδυ, οι κάτοικοι των ιαπωνικών νησιών –ή, εν πάση περιπτώσει, των μεγάλων πόλεών τους- ζουν βάσει ενός προγράμματος υπολογισμένου με ακρίβεια δευτερολέπτου∙ η δε εσωτερίκευση του προγράμματος αυτού είναι τόσο βαθιά που τα σωματικά/εγκεφαλικά τους ρολόγια έχουν πλέον συντονιστεί και λειτουργούν από μόνα τους σε σχέση με το επόμενο ή το τελευταίο τρένο, την ώρα που κλείνουν τα καταστήματα ή την εκτίμηση μιας διαδρομής στην άλλη άκρη της πόλης. Αν κανείς δε φοβηθεί το άκομψο της γενίκευσης και της υπερβολής, θα μπορούσε να πει ότι οι Ιάπωνες δε ζουν με τα ρολόγια αλλά ότι είναι οι ίδιοι ρολόγια.
Αναμφισβήτητα το φαινόμενο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο ζωής: ένας έμμισθος εταιρικός υπάλληλος στο Σιντζούκου βιάζεται πολύ περισσότερο από έναν παραδοσιακό τεχνίτη στο Αρακάουα και μια πωλήτρια σε ένα μεγάλο πολυκατάστημα στο Νιχονμπάσι πολύ περισσότερο από τον ιδιοκτήτη ενός μαγαζιού 5 τετραγωνικών που πουλάει σουβενίρ στην Ασακούσα. Όμως ανεξάρτητα από τις διαφορές αυτές, η αίσθηση του χρόνου (πιο σωστά: της πίεσής του) και οι συνέπειές της –ο σεβασμός στην ακρίβεια και τη συνέπεια και ο προγραμματισμός μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια- παραμένει μια από τις σταθερότερες συνισταμένες της ιαπωνικής ζωής. Και παρότι μερικές φορές οδηγεί σε φαινόμενα που στα μάτια των δυτικών μοιάζουν ασφυκτικά και ολέθρια για τον αυθορμητισμό και την αμεσότητα, οι Ιάπωνες καταφέρνουν να χρησιμοποιήσουν τους περιορισμούς της σαν απλώς ένα ακόμα στοιχείο του καμβά πάνω στον οποίο υφαίνουν την καθημερινή τους ζωή∙ εδώ που τα λέμε, γι αυτό δεν υποτίθεται ότι κατασκευάσαμε το χρόνο;