Οι Ουκιγιόε, οι «εικόνες του εφήμερου κόσμου», είναι η πιο γνωστή από τις παραστατικές ιαπωνικές τέχνες στη Δύση. Ο όρος «εφήμερος (ρέων) κόσμος» έχει πολλαπλή σημασία. Είναι βουδιστικής προελεύσεως και η αρχική του σημασία είναι ο συνεχώς μεταβαλλόμενος, παροδικός κόσμος μας γενικά, αλλά και ειδικότερα ο κόσμος των απολαύσεων, των ηδονών και των διασκεδάσεων. Στην περίοδο Εντό χρησιμοποιήθηκε με θετικό περιεχόμενο, για να εκφράσει τον ξένιαστο τρόπο απόλαυσης των διαβατικών ευχαριστήσεων που φέρνει το ποτάμι της ζωής. Στο πλαίσιο της τέχνης των ουκιγιόε έχει την ειδικότερη σημασία του κόσμου των περιοχών, γνωστών με την ονομασία «κουρούουα» (kuruwa), που είχαν προδιαγραφεί για ν’ αποτελούν τη στέγη των οίκων ανοχής, των θεάτρων κ.λπ. στην ίδια περίοδο και που αποτελούσαν ένα είδος πόλης μέσα στις πόλεις, όπως η Γιοσιουάρα στο Εντό (Τόκυο).
Επειδή εικόνες από αυτό τον κόσμο αποτελούσαν το αρχικό θεματολόγιο της τέχνης των Ουκιγιόε, αυτό είναι και το αρχικό νόημα του όρου. Όμως, ενώ ο όρος παρέμεινε ο ίδιος, το θεματολόγιο επεκτάθηκε με τα χρόνια για να περιλάβει κάθε είδους στιγμή της ζωής στην Ιαπωνία στη διάρκεια αυτής τής εποχής. Στην καταληκτική της περίοδο (19ος αι.) το θέμα είναι κυρίως το ιαπωνικό τοπίο, όπως το απέδωσαν οι μεγάλοι τοπιογράφοι, Χιρόσιγκε και Χοκουσάι. Όμοιο παρέμεινε ωστόσο το μέσον που χρησιμοποίησε αυτή τη τέχνη, δηλαδή η ξυλογραφία ή ξυλοτυπία. Έτσι, ο όρος χρησιμοποιείται συμβατικά από άποψη θεματολογίου για το σύνολο της τέχνης που παρήχθη με αυτό το μέσον από τα μέσα του 17ου αιώνα έως το τέλος του 19ου. Όμως και πάλι, η ξυλογραφία υπήρξε το κύριο μέσο. Η ζωγραφική χρησιμοποιήθηκε επίσης σε μικρότερη κλίμακα. Πρέπει πάντα να τονίζεται ότι οι καλλιτέχνες ουκιγιόε ήταν οι ίδιοι ζωγράφοι και σπάνια σκάλιζαν οι ίδιοι τα έργα τους. Αυτή τη δουλειά την έκαναν ειδικοί τεχνίτες (οι χόρι-σι), όπως, εξάλλου, ειδικοί τεχνίτες έκαναν την εκτύπωση (οι σούρι-σι). Ένα ευρύτερο, λοιπόν, και από το μέσον, στοιχείο, που ενοποιεί το περιεχόμενο του όρου και επιτρέπει τη χρήση του για το σύνολο αυτής της τέχνης, είναι το γεγονός ότι το θεματολόγιό της αποτελεί η λαική ζωή και το περιβάλλον της, η ιαπωνική καθημερινότητα. Ένα ακόμα στοιχείο είναι υφολογικής φύσεως: είναι η έμφαση στο σχέδιο, στη γραμμή και στην έλλειψη πλαστικότητας και όγκου (πλακάτο χρώμα).
Τα εν λόγω στοιχεία άρχισαν να παρουσιάζονται από την εποχή που ένα από τα δύο μεγάλα ρεύματα, στα οποία είχε χωριστεί η ιαπωνική ζωγραφική και ξυλογραφία από την εποχή Χεϊάν, δηλαδή το ρεύμα που είναι γνωστό με το όνομα Γιαμάτο-ε (εκείνο που παρουσίαζε ιαπωνικά, αλλά κατά κανόνα όχι λαϊκά, θέματα – το άλλο ήταν το κάρα-ε, που παρουσίαζε κινεζικά θέματα) άρχισε να παριστάνει για πρώτη φορά στην ιστορία της ιαπωνικής τέχνης την καθημερινότητα. Τα ζωγραφικά έργα που εκπροσωπούν αυτή τη φάση, όπως το Χικόνε-μπυόμπου (彦根屏風), που από πολλούς θεωρείται το πρώτο του είδους) χαρακτηρίζονται από αυτό το θεματολόγιο και από τη σχεδιαστικότητα, εγκαινιάζοντας έτσι την τέχνη των ουκιγιόε ως ένα νέο, ανεξάρτητο ρεύμα.
Αυτό το είδος τέχνης έγινε δημοφιλές, μάλιστα μεταξύ της τάξης των πλούσιων εμπόρων του Εντό. Ένα από τα θέματα που είχαν πολλή ζήτηση και με τα οποία ασχολούνταν οι καλλιτέχνες του ήταν ωραίες κοπέλλες (μπιτζίν). Κάποια από τα πρώτα έργα του Χισικάουα Μορονόμπου, του καλλιτέχνη που θεωρείται γενικά ως ο άνθρωπος που εγκαινίασε τις ουκιγιόε σε ξυλογραφία, έχουν ως θέμα τους τέτοιες μπιτζίν. Ο όρος παίρνει σιγά-σιγά κυρίως την έννοια των εταιρών που εργάζονταν στις κουρούουα και ήταν ξακουστές για την ομορφιά τους.
Ο Μορονόμπου ασχολιόταν επίσης με την εικονογράφηση βιβλίων που παρουσίαζαν διάφορες ιστορίες. Επρόκειτο για έναν πολύ δημοφιλή στη διάρκεια της εποχής Εντό τύπο βιβλίου, γνωστού με την ονομασία εχόν (絵本), που κάθε σελίδα του αποτελούνταν από δύο μέρη: το πάνω, που ήταν κείμενο, η αφήγηση, και το κάτω, που ήταν η εικονογράφησή της. Κάποια στιγμή ο Μορονόμπου άρχισε να παράγει μόνο εικόνες, χωρίς κείμενο, κάνοντας έτσι την ξυλογραφία τέχνη ανεξάρτητη από την εικονογράφηση βιβλίων. Μ’ αυτή την έννοια θεωρείται ο πατέρας των ουκιγιόε. Τα έργα του Μορονόμπου έχουν συνήθως ως θέμα ζευγάρια, πελάτες των κουρούουα, συχνά σαμουράι, με κάποιο από τα κορίτσια, σε στάσεις που ποικίλουν από απλά ερωτικές, έως και εκπεφρασμένα πορνογραφικές. Το δεύτερο αυτό είδος, γνωστό με την ονομασία σούνγκα (春画 «εικόνες της άνοιξης») θα αναπτύξουν στη συνέχεια όλοι σχεδόν οι καλλιτέχνες των ουκιγιόε, δημιουργώντας έτσι ένα είδος μέσα στο είδος.
Συνέχεια στο 2ο μέρος