Οι βιβλιόφιλοι προσπαθούν να το αντιληφθούν μέσω του «’Ικι νο Κόζο» (「いき」の構造) ή «Η δομή του ‘ίκι’», της πραγματείας του Σούζο Κούκι από το 1930 όμως μια τέτοια απόπειρα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Αφενός επειδή ο εν Γερμανία και Γαλλία μορφωμένος ακαδημαϊκός είχε μάλλον μια βαθύτερη ατζέντα η οποία απτόταν και πολιτικών ζητημάτων (και οι διεθνείς εξελίξεις των αρχών του 20ου αιώνα καταδεικνύουν ποια ήταν η ατζέντα αυτή) και αφετέρου γιατί το «ίκι» (粋), η αντίληψη της εποχής του Έντο περί του τι είναι καλαίσθητο τόσο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά όσο και στη συμπεριφορά αψηφά τελικά, όπως όλα τα αισθητικά ιδεώδη, την ποσοτικοποίηση και την κάθε είδους επιστημονική περιγραφή. «Δεν μπορώ να την προσδιορίσω όμως την αναγνωρίζω όταν τη βλέπω», είχε πει ο δικαστής του αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου Πότερ Στιούαρτ για τη σκληρή πορνογραφία και η φράση ταιριάζει γάντι για το ίκι: τόσο οι κάτοικοι του Έντο όσο και οι απόγονοί τους σήμερα, ξέρουν τι είναι ίκι και τι δεν είναι.
Για τους αστούς του 17ου και του 18ου αιώνα, το ίκι ήταν η ειδοποιός διαφορά, αυτό που ξεχώριζε τον Εντόκο, τον γηγενή κάτοικο του Έντο που ήξερε να εκτιμά τη ζωή από κάθε δέσμιο των συμβάσεων «άλλο»∙ στη δεύτερη κατηγορία κατατάσσονταν οι σαμουράι και οι επαρχιώτες (που συχνά, εξαιτίας του συστήματος της επιβεβλημένης από τους σογκούν Τοκουγκάουα εναλλακτικής προσέλευσης στο Έντο, ήταν το ίδιο) και στην πρώτη οι έμποροι, οι τεχνίτες και όλοι εκείνοι που δούλευαν σκληρά για να έχουν χρήματα να ξοδέψουν στη Γιοσιουάρα, το Καμπούκι ή το Σούμο, σχολιάζοντας βιβλία ή ποιήματα, ακούγοντας τα τραγούδια των οϊράν και των γκέισα ή απολαμβάνοντας τις ξυλοτυπίες του Ουταμάρο ή του Σαράκου. Το σημείο που ο Κούκι υπήρξε εύστοχος ήταν σε κάποια από τα στοιχεία που συνιστούσαν το ίκι: τον αδιόρατο ερωτισμό, την περηφάνια που δεν ξεπέφτει σε ξιπασιά, την ισορροπία μεταξύ απλότητας και επιτήδευσης και την πρωτοτυπία.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι η ιαπωνική εκδοχή του δυτικού «κουλ»∙ τείνω να συμφωνήσω καθώς κάπως έτσι το έχω εισπράξει, ειδικά ζώντας σε μια περιοχή που περηφανεύεται (και όχι άδικα) ότι είναι θεματοφύλακας της κληρονομιάς του Έντο. Η προσοχή στις λεπτομέρειες στο ντύσιμο και τα αξεσουάρ, η καθημερινή συμπεριφορά που έρχεται σε έντονη αντίθεση με αυτή που βλέπει κανείς στο μέσο Ιάπωνα που συνωστίζεται στο μετρό πηγαίνοντας στη δουλειά του ή επιστρέφοντας από αυτή, η γαλαντομία στα λεφτά και τα αισθήματα, η ευαισθησία στις αλλαγές του καιρού, η ευστροφία στις αλλαγές των καιρών, η εκτίμηση στη σκληρή δουλειά και ειδικά τη δουλειά που γίνεται με τα χέρια αλλά και στο αντίβαρό της, την ξεκούραση και τη διασκέδαση είναι όλα στοιχεία του άπιαστου και απροσδιόριστου ίκι και χαρακτηριστικά του «τσούτζιν» (通人) Εντόκο που έγινε κοσμοπολίτης χωρίς να βγει ποτέ από τη πόλη του.