
Για μια ακόμα φορά μάλλον ευθύνεται ο αυτοκράτορας Μέιτζι, ο άνθρωπος που έκανε την εκδοχή του με τα 16 φανερά και τα 16 κρυφά πέταλα σφραγίδα και οικόσημο της οικογένειάς του και κατ’ επέκταση ανεπίσημα επίσημο θυρεό της χώρας του. Ή ο Οριενταλισμός/Ιαπωνισμός των δυτικών που ανακάλυψαν την Ιαπωνία την ίδια εποχή και που θεώρησαν ότι ο συνδυασμός μεγαλοπρέπειας και ομορφιάς του εκφράζει καλύτερα τη χώρα (η «Madame Chrysanthème» του Πιέρ Λοτί προηγήθηκε της «Madama Butterfly» του Πουτσίνι και ήταν σύγχρονη των πινάκων του Βαν Γκογκ). Ή η Ρουθ Μπένεντικτ και το διαβόητό της «Το Χρυσάνθεμο και το Ξίφος» –η πρώτη ανθρωπολογική προσέγγιση στην Ιαπωνία και για πολλούς η πρώτη σοβαρή ερμηνεία της (παρεμπιπτόντως, δεν είναι περίεργο ότι παρά τα εξόφθαλμα προβλήματά του, το βιβλίο συλλέγει ακόμα επαίνους από Ιάπωνες και ξένους: κάθε τι που ενισχύει τα στερεότυπα ένθεν και ένθεν είναι συνήθως εξ ορισμού επιτυχημένο).
Ή ίσως όλα μαζί. Όμως πλέον το χρυσάνθεμο, ένα από τα αμέτρητα πολιτισμικά δάνεια της Κίνας προς την Ιαπωνία έχει ταυτιστεί με τη δεύτερη σε σημείο που πολλοί Ιάπωνες να πιστεύουν ότι είναι το «επίσημο λουλούδι» της χώρας τους, παρότι ποτέ δεν υπήρξε κάποια θεσμική πράξη που να υποστηρίζει κάτι τέτοιο∙ οι πόλεις και οι νομοί έχουν «επίσημα λουλούδια», όμως η ίδια η χώρα, όχι. Μαζί με την καλλιέργειά του, οι Ιάπωνες εισήγαγαν από τη μεγάλη αυτοκρατορία της Ασίας και τους συμβολισμούς του και βλέπουν επάνω του τη ανανέωση (που την εκτιμούν πολύ) και τη μακροζωία (που την επιθυμούν ακόμα περισσότερο). Και ίσως, τουλάχιστον από πλευράς μορφής, τον ήλιο, το πιο διαρκές σύμβολο της χώρας τους, πηγή της δημιουργίας και λίκνο των αυτοκρατόρων της.
Όπως συχνά συμβαίνει με τα ιαπωνικά πράγματα, ίσως η πιο ενδιαφέρουσα όψη των χρυσανθέμων είναι εκείνη που δε φαίνεται όταν τα υπέροχα αυτά λουλούδια παρουσιάζονται σε εκθέσεις σαν αυτές που γίνονται αυτές τις μέρες στο Μέιτζι Τζίνγκου και στο Σενσότζι της Ασακούσα (η εποχή των χρυσανθέμων είναι το φθινόπωρο): προκειμένου να μπορέσει να παρουσιαστεί όπως υπαγορεύει η ιαπωνική αισθητική, κάθε χρυσάνθεμο υφίσταται μια ιδιαίτερα επίπονη διαδικασία «εκπαίδευσης» ώστε τα πέταλά του να σηκωθούν αρκετά και να ανοίξουν ακριβώς όσο χρειάζεται∙ από την άποψη αυτή δε διαφέρει πολύ από ένα δέντρο-νάνο μπονσάι και όπως κι εκείνο, μπορεί κανείς να το δει σαν μια απεικόνιση της ιαπωνικής αντίληψης για τη φύση και, ίσως, για τη ζωή γενικότερα. Σαν ένας ζωντανός θυρεός, το χρυσάνθεμο παύει να είναι ο εαυτός του και μετατρέπεται σε μια ιδεαλιστική, στιλιζαρισμένη αναπαράσταση του εαυτού του –ένα μοντέλο ή «κάτα»/形, ανάμεσα στα πολλά που επιστρατεύουν οι Ιάπωνες για να προσδιορίσουν τον εαυτό τους.