Η ενασχόληση μας με την Ιαπωνία πάει μακριά πίσω στο χρόνο. Στο διάστημα αυτό έχουμε συναντήσει πολλούς ανθρώπους – όχι μόνο Έλληνες – με τα ίδια ενδιαφέροντα, ο καθένας με τη δική του «ιαπωνική» ιστορία… Πρόσφατα, είχαμε την τιμή να γνωρίσουμε από κοντά τον κο Στέλιο Παπαλεξανδρόπουλο, τακτικό καθηγητή στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος διδάσκει το μάθημα “Κινέζικες και Ιαπωνικές Θρησκείες”.
Δεν κρύβουμε ότι ενθουσιαστήκαμε συναντώντας έναν άνθρωπο με τόσο βαθειά γνώση της Ιαπωνίας, σε διάφορες πτυχές της, που συνδυάζει την κατάρτιση και μεθοδολογία του επιστήμονα με το απολαυστικό πάθος του Ιαπωνόφιλου. Θα το διαπιστώσετε στη συνέντευξη που ακολουθεί. Λυπόμαστε αλλά και εξοργιζόμαστε που η ελληνική πολιτεία μας στερεί τη δυνατότητα να διδαχτούμε στην Ελλάδα τους πολιτισμούς της Άπω Ανατολής και ιδιαίτερα της Ιαπωνίας, όταν μάλιστα διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν Ιαπωνολόγοι όπως ο κος Παπαλεξανδρόπουλος, με άρτια κατάρτιση και επιστημονική αξιοπιστία που μπορούν στελεχώσουν ένα τμήμα ιαπωνικών σπουδών και να μας μεταφέρουν τις γνώσεις τους.
GreeceJapan.com, Αύγουστος 2005
Στις αρχές Σεπτεμβρίου διοργανώνεται στην Αθήνα το συμπόσιο με θέμα «Η διεθνής ανάπτυξη των Ιαπωνικών Σπουδών και η έρευνα του Ιαπωνικού Πολιτισμού», με τη συμμετοχή σημαντικών ξένων επιστημόνων. Μπορείτε να μας μιλήσετε λίγο για την εκδήλωση αυτή, που επιπλέον μας θυμίζει την έλλειψη ιαπωνικών σπουδών στη χώρα μας;
Καταρχήν θέλω να σας ευχαριστήσω πολύ γι’ αυτή τη συνέντευξη, η οποία με τιμά, εφόσον προέρχεται από τον άνθρωπο που έχει οργανώσει την σοβαρότερη ελληνική ιστοσελίδα σχετικά με την Ιαπωνία. Λοιπόν, ήταν πέρυσι, μετά τη γνωριμία μου στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιαπωνικών Σπουδών στη Βαρσοβία, με τον καθηγητή του ιαπωνικού κρατικού ιδρύματος International Research Center of Japanese Studies ή Nichibunken, όπως είναι ευρύτερα γνωστό, Timothy Kern, που αρχίσαμε μια αλληλογραφία με αντικείμενο την οργάνωση ενός είδους συμποσίου στην Αθήνα, προκειμένου ν’ αποκτήσουμε κι εμείς εδώ μια γεύση των ιαπωνικών σπουδών που γίνονται αλλού. Θυμάμαι πως ο Timothy είχε μοιράσει σε όλους τους συνέδρους που προέρχονταν από χώρες, στις οποίες πρόσφατα ιδρύθηκαν πανεπιστημιακά ιαπωνολογικά τμήματα, όπως οι Βαλτικές, η Ρουμανία κ.α., ένα ερωτηματολόγιο, σχετικό με λεπτομέρειες για την κατάσταση των ιαπωνικών σπουδών στη χώρα τους, για να το συμπληρώσουν. Ήμουν δυστυχώς ο μόνος που συμπλήρωσα ότι στη χώρα μου, στην Ελλάδα, δεν υπάρχει τίποτε σχετικό και ότι η μόνη πανεπιστημιακή ιαπωνολογική παρουσία σ’ αυτήν, παραμένει το μάθημα που κάνω εδώ και χρόνια για τις ιαπωνικές θρησκείες στη Θεολογική Σχολή. Πρέπει να σας πω ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα σε ανάλογη θέση. Συχνά σε συνέδρια κ.λπ. στο εξωτερικό, όπου προσπαθώ μόνος να καλύψω κατά κάποιο τρόπο το κενό, γεμίζω από αισθήματα ντροπής, όταν με ρωτούν για τις ιαπωνικές σπουδές στη χώρα μας κι εγώ πρέπει ν’ απαντήσω οτι δεν υπάρχουν. Συνήθως, βέβαια, ο συνομιλητής σε κυττάει με βλέμμα που δείχνει ότι μάλλον δεν καταλαβαίνει, αφού όποια εξήγηση κι αν προσπαθώ να δώσω, δεν φτάνει για να δικαιολογήσει την κατάσταση.
Είπαμε λοιπόν να οργανώσουμε αυτή την εκδήλωση, για να μεταφερθεί λίγο από το σχετικό πνεύμα. Η εκδήλωση, που είναι ένα μίνι συμπόσιο, θα περιέχει τέσσερις διαλέξεις, πάνω σε θέματα της ειδικότητας των καθηγητών που θα μας επισκεφτούν και θα αντικατοπτρίζει την κατάσταση της έρευνας διαφόρων όψεων του ιαπωνικού πολιτισμού σήμερα, στην ίδια την Ιαπωνία, αφού οι καθηγητές αυτοί είναι πραγματικά εκπρόσωποι της πιό προχωρημένης ερευνητικής δραστηριότητας που υπάρχει σήμερα σ’ αυτή τη χώρα. Διαμορφώσαμε το πρόγραμμα με βάση τις ειδικότητές τους και έτσι έχομε διαλέξεις για τον ιαπωνικό μεσαίωνα, δηλαδή την εποχή Καμακούρα, που σήμερα πραγματικά ψάχνεται πολύ, επειδή στο παρελθόν είχε κάπως παραμεληθεί για χάρη πιό διάσημων εποχών του ιαπωνικού πολιτισμού, για τους κήπους και τη σχέση τους με τον ιαπωνικό τρόπο ζωής, για την ιαπωνική ξυλογραφία και τη σχετική συλλογή δεδομένων που υπάρχει στο Nichibunken, και, τέλος για την παραδοσιακή ιαπωνική κωμωδία, δηλαδή το κυόγκεν, η οποία ως γνωστόν, παιζόταν σαν ένα είδος παραρτήματος των έργων του θεάτρου Νό. Βέβαια, θα υπάρχει και κάτι για τη συμβολή του ιδρύματος στις διεθνείς ιαπωνικές σπουδές.
Έχουμε συγκρατήσει, το έχουμε γράψει στις ιστοσελίδες μας και γνωρίζουμε ότι πολλοί είναι αυτοί που το χρησιμοποιούν όταν μιλάνε για τα ιαπωνικά θέματα στην Ελλάδα, το απόσπασμα από ένα άρθρο σας στο ΒΗΜΑ (2.1.05): «οι πολιτισμοί που άκμασαν στην Ανατολή απουσιάζουν πανηγυρικά από την παιδεία μας (Η Ελλάδα και η Αλβανία είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες που δεν διαθέτουν πανεπιστημιακά τμήματα ασιατικών σπουδών) στερώντας έτσι από όλους μας τη γνώση της μισής πολιτισμικής ιστορίας του ανθρώπινου γένους και εν όψει της τραγικής παραθεώρησης του γεγονότος ότι οι χώρες που ανέπτυξαν αυτούς τους πολιτισμούς είναι σήμερα οι ισχυρότερες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη μετά την πρώτη, την οποία όμως κάποιες από αυτές δείχνουν πολύ σαφώς ότι πρόκειται να αντικαταστήσουν στο εγγύς μέλλον…»
Μπορείτε να μας πείτε γιατί δεν προχώρησε η ίδρυση του τμήματος σινοιαπωνικών σπουδών που είχε εξαγγείλει ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών κος Μπαμπινιώτης (ΒΗΜΑ 4.8.2002);
Πραγματικά, είναι τραγικό…Η αλήθεια είναι ότι το 2004 ιδρύθηκε ένα Τμήμα, με τον τίτλο Τμήμα τουρκικών σπουδών και σύγχρονων ασιατικών σπουδών. Ωστόσο, είχε προηγηθεί μιά άλλη προσπάθεια, που μάλλον έχει παραμείνει άγνωστη στο ευρύ κοινό. Δεν ξέρω αν έχετε ακούσει την ιστορία του Γενικού Τμήματος Ξένων Πολιτισμών, ενός Τμήματος που περιείχε ένα μάθημα ιαπωνολογίας, το οποίο διδάχτηκε πρώτα από την κ. Κλαίρη Παπαπαύλου και μετά, αμισθί, από μένα, ένα αραβολογικό, καθώς και μαθήματα Ισπανικής και ιταλικής φιλολογίας. Δυόμισυ χρόνια δίδαξα εκεί, συναντώντας ενθουσιώδη ανταπόκριση από τα παιδιά, που στέκονταν ακόμα και όρθια για να ακούσουν. Τόσο πολύ είναι το ενδιαφέρον που υπάρχει. Λοιπόν, κάποια από τις συναδέλφους εκεί, θεώρησε καλό να το διαλύσει και να το κάνει μόνο ισπανικής και ιταλικής φιλολογίας. Βέβαια, κι αυτά πρέπει σίγουρα να υπάρχουν. Αλλά, δεν καταλαβαίνω γιατί για να γίνει αυτό, έπρεπε να εξαφανιστεί η ιαπωνολογία ή και η αραβολογία, που είχε μεν την τύχη να παραμείνει υπό την ισπανική στέγη, αλλά ποτέ να αναπτυχθεί σε ιδιαίτερο τμήμα. Γιατί να μην υπάρχουν όλα όσα πρέπει;
Τώρα, στo καινούργιο Τμήμα που έχει ιδρυθεί, η λεγόμενη «ασιατική κατεύθυνση», δεν λειτουργεί, επειδή, καθώς λένε, δεν υπάρχει ειδικό διδακτικό προσωπικό. Όμως, δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Δεν θέλω να μιλήσω για τον εαυτό μου. Πρόσφατα, ωστόσο, είχα επαφή με τον Κωνσταντίνο Βαπόρη, έναν από τους καλύτερους Αμερικανούς ιαπωνολόγους, ελληνικής καταγωγής, ο οποίος με ενθουσιασμό διάβασε όσα του έγραψα για τις ελπίδες μου να αναπτυχθούν κάποτε και σ’εμάς αυτές οι σπουδές. Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν και άλλοι. Πρόσφατα, τον Μάρτιο, στο συνέδριο της Διεθνούς Εταιρείας της Ιστορίας Θρησκειών, στο Τόκυο, συνάντησα έναν συμπατριώτη μας, που διδάσκει στο Oriental Institute της Οξφόρδης, Θιβετανολογία. Γνωρίζω επίσης έναν άλλο με μεταπτυχιακές σπουδές στην Κίνα, που τώρα τελειώνει τη διατριβή του στο Παρίσι, για τα χειρόγραφα του Τούνγκ-Χουάν…Υπάρχουν άνθρωποι! Πολλοί, που ασχολούνται με άλλα πράγματα και δεν γνωρίζουν τον χώρο, όταν πρωτοέρχονται σε επαφή μ’ αυτόν, μιλούν με όλα τα ενδεικτικά στοιχεία της, βέβαια, φυσικής, εφόσον δεν είναι το αντικείμενό τους, άγνοιας, που εκτείνεται και σ’αυτό το θέμα, του ανθρώπινου δυναμικού…Αλλά και σε άλλους χώρους εκτός Πανεπιστημίου, π.χ. στα μέσα, φαίνεται ότι υπάρχει αυτή η άγνοια. Πολλοί νομίζουν ότι το να ανακαλύψεις εν έτει 2005 την Ιαπωνία, αποτελεί κάτι το καινούργιο. Όμως, και την Ιαπωνία και την Κίνα και την Ινδία τις έχουν ανακαλύψει στη χώρα μας άλλοι άνθρωποι εδώ και δεκαετίες. Έχουν σπουδάσει εκεί, έχουν ζήσει χρόνια εκεί, αναπτύσσουν μια άγνωστη στους πολλούς δραστηριότητα κ.λπ. Περιττό να σας πώ ότι όλοι αυτοί, καθώς και η δραστηριότητά τους, ενώ είναι βέβαια γνωστοί μεταξύ των ειδικών ή σε στενότερους κύκλους, παραμένουν γενικότερα άγνωστοι…
Διδάσκετε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το μάθημα «Κινέζικες και Ιαπωνικές Θρησκείες», επίσης στη Φιλοσοφική Σχολή του ίδιου Πανεπιστημίου «Φιλοσοφία των Λαών της Ανατολής». Ποιά είναι τα σημεία όπου συναντιέται πιο έντονα η φιλοσοφία της Άπω Ανατολής με την ελληνική;
Δύσκολη ερώτηση! Δύσκολη, επειδή, όπως δεν υπάρχει μία ελληνική φιλοσοφία, αλλά διάφορα φιλοσοφικά συστήματα, έτσι και στην Ανατολή δεν υπάρχει μια ανατολική φιλοσοφία, αλλά διάφορα, επίσης, συστήματα. Δεν υπάρχει, εξάλλου, κάποια «Ανατολή» σαν ενιαίο μέγεθος. Υπάρχουν πολλές «Ανατολές», αφού πολιτισμοί όπως ο κινέζικος, ο ιαπωνικός, ο κορεατικός κ.λπ. παρά τις κάποιες εξωτερικές ομοιότητες, είναι πολλοί διαφορετικοί μεταξύ τους. Το ίδιο, φιλοσοφίες που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του Βουδισμού ή του Ταοϊσμού ή του Κομφουκιανισμού, για παράδειγμα, είναι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Συχνά γίνονται κάποιες «γενικές» συγκρίσεις, αλλά, αν θέλομε να είμαστε σοβαροί, πρέπει να συγκρίνομε μόνο ξεχωριστές, ατομικές περιπτώσεις. Τέτοιες έχουν γίνει κάποιες και στη χώρα μας. Θυμάμαι π.χ. το έργο του Β. Βιτσαξή «Πλάτων και Ουπανισάντ», στο οποίο ο συγγραφέας συγκρίνει δύο φιλοσοφικά συστήματα που έχουν πραγματικά αρκετές σημαντικές ομοιότητες. Ανάλογες τέτοιες ομοιότητες, δηλαδή ένα διαστρωματωμένο κοσμολογικό σχήμα, με το απόλυτο να βρίσκεται στην κορυφή, με αίτημα να επιστρέψει κάποιο πνευματικό στοιχείο του ανθρώπου σ’ αυτό κ.λπ. υπάρχουν και σε αρκετές σχολές του Μαχαγυάνα Βουδισμού. Η ομοιότητα αυτή φαίνεται καθαρότερα στα γνωστικά φιλοσοφικά συστήματα. Το ίδιο μπορεί να πει κάποιος και για της απόπειρες ενοποίησης των πάντων σε μια υποκείμενη και δημιουργική αρχή, όπως αυτές των Ιώνων φυσικών φιλοσόφων, οι οποίες παρατηρούνται ήδη στα αρχαιότερα κείμενα των Βεδών, πολύ πριν από αυτούς τους φιλοσόφους.
Πάντως, πρέπει να τονισθεί, ότι η φιλοσοφία σε όλους τους ανατολικούς πολιτισμούς, λίγο αναπτύχθηκε ανεξάρτητα από τη θρησκεία, δηλαδή από έναν τελικό σωτηριολογικό σκοπό, τον οποίο, και όχι την καθαρή γνώση, υπηρετεί. Βέβαια σήμερα, μεγάλο μέρος της σύγχρονης φιλοσοφικής δραστηριότητας της Ανατολής είναι αυτού του είδους, κατ’ απομίμηση της δυτικής, της οποίας μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί πιά ένα κομμάτι της, συχνά αξιόλογο. Αυτή όμως διαφέρει από την παραδοσιακή φιλοσοφία, η οποία αναπτύσσεται στο πλαίσιο του Βουδισμού, του Ταοϊσμού, του Ινδουϊσμού κ.λπ. Γνωρίζω την αντίρρηση κάποιων, σχετικά με τον θρησκευτικό χαρακτήρα αυτών των συστημάτων, όμως αυτός έχει ήδη εδώ και πολλά χρόνια αποφασιστεί από όλους όσοι ασχολούνται επιστημονικά με αυτά. Και σ’ αυτό το θέμα, στη χώρα μας χρονοτριβεί ακόμα ένα πνεύμα αποτελούμενο από στοιχεία σίξτις, δηλαδή της δεκαετίας του εξήντα ή και παλιότερα, τότε που έρχονταν στη Δύση οι διάφοροι ιεραπόστολοι του Βουδισμού π.χ., παρουσιάζοντας τον Βουδισμό ως φιλοσοφία…Είμαστε πολύ μακρυά, πιά, απο αυτές τις αντιλήψεις και η εποχή που τις γέννησε, μαζί με αυτές, εξετάζονται πιά σαν ιστορία. Για όλους τους ειδικούς, ο Βουδισμός είναι μια θρησκεία που περιέχει ή, αν θέλεις, επίσης, βασίζεται σε μια φιλοσοφία. Βέβαια, κι αυτή αλλάζει, ανάλογα με την Σχολή, τον βουδιστή δάσκαλο, την περίοδο κ.λπ.
H πίστη των Ιαπώνων στο βουδισμό και παράλληλα στο σιντοϊσμό μπορεί να φαίνεται παράξενη για τους οπαδούς άλλους θρησκειών (χριστιανών, μουσουλμάνων, ή και βουδιστών), που μάλλον είναι λιγότερο ευέλικτοι και δεκτικοί από ότι οι Ιάπωνες σε θρησκευτικά θέματα. Μπορείτε να μας μιλήσετε λίγο για την συνύπαρξη του βουδισμού και σιντοϊσμού στην Ιαπωνία και πως εφαρμόζεται στην καθημερινότητα των Ιαπώνων;
Υπάρχει η ιαπωνική παροιμία, σύμφωνα με την οποία ο Ιάπωνας γεννιέται σιντοϊστής και πεθαίνει βουδιστής. Μ’ αυτήν εννοείται το γεγονός ότι, όταν γεννιέται ένα παιδί, στην Ιαπωνία θα το πάνε στον σιντοϊστικό ναό της γειτονιάς, για να πάρει την ευλογία του σιντοϊστή ιερέα, να είναι γερό, υγιές κ.λπ. Και σε άλλες στιγμές της ζωής του ως παιδιού, θα πάει επίσης στον σιντοϊστικό ναό. Όταν όμως πεθάνει, καθώς και μετά τον θάνατο, τις τελετές τις αναλαμβάνουν οι βουδιστικοί ναοί, οι βουδιστές ιερείς. Αυτό συμβαίνει επειδή ο Βουδισμός, με τη διδασκαλία της μετενσάρκωσης (που δεν υπάρχει στον σιντοϊσμό) είναι η κατάλληλη θρησκεία για να εξασφαλίσει μια καλύτερη μετενσάρκωση, συνήθως στον Δυτικό παράδεισο, του Βούδα Αμιντά. Στην Ιαπωνία, λοιπόν, η θρησκεία είναι σύνθετη, με την έννοια ότι οι Ιάπωνες παίρνουν και χρησιμοποιούν από διάφορες θρησκείες ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει καθεμιά από αυτές και που αντιστοιχεί σε κάποιο κομμάτι, άς πούμε, της πραγματικότητας, δηλαδή στη ζωή, στο θάνατο, στις διανθρώπινες σχέσεις κ.λπ. Έτσι το Σίντο είναι μια θρησκεία που προάγει τη ζωή, από την οποία προσπαθεί να απομακρύνει με διάφορους τρόπους, όπως καθάρσεις κ.λπ., τον θάνατο και τις εκδηλώσεις του. Γι αυτό η σύνδεση με τη γέννηση, με την υγεία και όλα αυτά. Σιντοϊστικές είναι οι τελετές που θα συνοδέψουν ό,τι έχει να κάνει με τη ζωή, όπως π.χ. η σπορά και η σοδειά του καινούργιου ρυζιού, η ολοκλήρωση του χτισίματος ενός σπιτιού, η απόκτηση ενός καινούργιου αυτοκινήτου, η Πρωτοχρονιά, κατά την οποία φεύγει κάθε τι παλιό, δηλαδή «πεθαμένο», για να αντικατασταθεί από κάθε τι καινούργιο και «ζωντανό» που περιέχει ο νέος χρόνος κ.ο.κ.
Στη θρησκειολογία αυτή τη σύνθεση, αυτό τον συνδυασμό στοιχείων παρμένων από διάφορες θρησκείες, ανάλογα με το πεδίο χρήσης ή με τα επιθυμητά αποτελέσματα, χρησιμοποιείται ένας όρος γνωστός από τον χώρο της εργασίας, δηλαδή ο όρος «κατανομή εργασίας». Σε κάθε θρησκεία «κατανέμεται» ένας ρόλος. Έτσι, Σίντο για τη ζωή, Βουδισμός για τον θάνατο, Κομφουκιανισμός για την ηθική και τις διανθρώπινες σχέσεις, Ταοϊσμός για τις τυχερές μέρες, αλλά και Χριστιανισμός για τις ωραίες και, κυρίως, «δυτικές» γαμήλιες τελετές, κ.ο.κ.
Βέβαια, προσέξατε αυτό πού είπα, ότι από κάθε μια παίρνουν κάτι, που συχνά δεν αποτελεί και τον τελικό σκοπό της, ή που αλλάζει κάποιο στοιχείο της άλλης, με την οποία αυτή συνδυάζεται. Έτσι η νιρβάνα, ως τελικός σκοπός του Βουδισμού, δεν είναι κάτι που επιδιώκεται από τον ιαπωνικό λαό γενικά, αλλά μόνο από λίγους. Η μετενσάρκωση, αλλάζει τα δεδομένα του Σίντο, κατά τα οποία με τη λήξη αυτής της ζωής, κάποιος πάει σε ένα καλύτερο ή χειρότερο μεταθανάτιο τόπο οριστικά. Έτσι έχομε μια σύνθετη θρησκεία, φτιαγμένη όχι από τον Βουδισμό, τον Σιντοϊσμό, τον Κομφουκιανσιμό κ.λπ., όχι δηλαδή με όλόκληρες αυτές τις θρησκείες, όπως μπορεί να το δει κανείς και να το εννοήσει σαν ένα είδος ανεκτικής στάσης, αλλά, κατά κάποιο τρόπο, με κομμάτια τους. Βέβαια, υπάρχουν κι εκείνοι που παρουσιάζουν μια σχεδόν αποκλειστική συχνά ακόμα και πολεμική στάση. Κάποτε πήγα στο Κοκουγκακουϊν, που είναι ένα από τα Πανεπιστήμια που έχουν στενό σύνδεσμο με τον Σιντοϊσμό. Όταν μετά, επανακάμπτοντας σε βουδιστικά πανεπιστήμια, μιλούσα γι’ αυτό σε βουδιστές καθηγητές, αντιμετώπιζα συνοφρύωση και δυσφορία. Έμαθα λοιπόν να μή το λέω! Σχετική, σε διάφορους βαθμούς, αποκλειστικότητα θα συναντήσει κάποιος σε ιδιαίτερες ομάδες, π.χ. σε βουδιστές μοναχούς, σιντοϊστές ιερείς ή σε ανθρώπους που για διάφορους λόγους, π.χ. εθνικιστικούς κ.α., ρίχνουν το βάρος στο Σίντο. Αποκλειστικότητα και πολεμική στάση παρατηρείται σε διάφορες από τις λεγόμενες νέες θρησκείες… Όμως όλοι αυτοί είναι συγκριτικά λιγότεροι από την πλειονότητα, των οποίων τη θρησκεία, μπορούμε να την ονομάσομε θρησκεία που επικρατεί. Αυτή, δηλαδή η θρησκεία των πολλών, του ιαπωνικού λαού, είναι αυτή η σύνθετη, που περιγράψαμε.
Είστε συγγραφέας του έργου «O Ιάπωνας φιλόσοφος Νισίντα Κιταρό» του πρώτου επιστημονικού (που βασίζεται δηλαδή σε πρωτότυπες πηγές) έργου που εμφανίσθηκε στην ελληνική βιβλιογραφία σχετικά με ιαπωνικό θέμα. O σπουδαιότερος ίσως Ιάπωνας φιλόσοφος του 20ου αιώνα, θεωρείται ότι «γεφύρωσε» τη δυτική φιλοσοφία με την ανατολική – κυρίως τη βουδιστική – σκέψη. Έχουμε την εντύπωση είναι ένα θέμα που θα έχει πολλές αναφορές στην αρχαιοελληνική φιλοσοφία.
Ναί, εδώ πρέπει να πω ότι «το πρώτο επιστημονικό έργο» πρέπει πραγματικά να έχει αυτή την έννοια. Υπάρχουν παλιότεροι συνάδελφοι, των οποίων η συμβολή πρέπει κάποτε να εκτιμηθεί δεόντως, που έγραψαν έργα σχετικά με την ιαπωνική θρησκεία, για τον Αμινταϊσμό π.χ., ή το Ζέν, στηριζόμενοι σε δευτερεύουσα βιβλιογραφία και όχι σε πηγές ή άλλοι, που, παρόλο που στηρίχτηκαν σε πηγές, υπέβαλαν το διδακτορικό τους έργο σε κάποια άλλη χώρα. Αυτή η διατριβή, για τον Νισίντα Κιταρό, είναι πραγματικά, με αυτή την έννοια, το έργο που εγκαινιάζει την ιαπωνολογία ως επιστημονική δραστηριότητα στη χώρα μας. Ο Νισίντα, που έχει εμπνεύσει πολλούς ερευνητές στο παρελθόν, κυρίως στις δεκαετίες του 70 και 80 καί που, ενώ το ενδιαφέρον μετά σημείωσε κάποια κοιλιά, τελευταία άρχισε πάλι να αναζωπυρώνεται, είναι ο ιδρυτής της λεγόμενης «Σχολής του Κυότο», χαρακτηριστικό της οποίας είναι η προσπάθεια να δημιουργήσει μια <ανατολική> φιλοσοφία, συνήθως ανασύροντας από τον Βουδισμό τις ιδέες και από την Δυτική φιλοσοφία το λεξιλόγιο και τους όρους. Ο Νισίντα, μεταξύ άλλων, εμπνεύσθηκε και από τον Πλάτωνα και από τον Αριστοτέλη. Όμως, χρησιμοποίησε τις ιδέες και τους όρους τους δίνοντάς τους καινούργιο περιεχόμενο, βουδιστικής, κυρίως, έμπνευσης. Π.χ. τον όρο «τόπος» από τον Τίμαιο, τον μετάλλαξε σε «τόπο του μηδενός» κ.λπ. Κάποτε πρέπει να γραφεί κάτι ειδικά για την σχέση Νισίντα και αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, που όπως έχω δει, συχνά παραθεωρείται.
Διδάσκετε επί σειρά ετών θέματα για τον ιαπωνικό πολιτισμό στην Εταιρεία Φίλων του Λαού. Ο περσινός κύκλος διαλέξεων ήταν για την εποχή Καμακούρα. Πότε ξεκινάνε τα επόμενα μαθήματα και τι θεματολογία θα έχουν;
Ευτυχώς που υπάρχει αυτή η Εταιρεία, με το ανοιχτό και προοδευτικό πνεύμα, που φιλοξενεί για τόσα χρόνια τώρα, αυτά τα μαθήματα! Λοιπόν, τα φετεινά μαθήματα, ξεκινάνε την Πέμπτη στις 20 Οκτωβρίου και γίνονται κάθε δεκαπέντε μέρες. Κάθε χρόνο παίρνω μια από τις εποχές της ιαπωνικής ιστορίας και εξετάζω τον πολιτισμό, δηλαδή τις τέχνες, τα γράμματα κ.λπ., όπως αναπτύχθηκαν σ’ αυτή, αφού πρώτα δώσω μια γερή ιστορική βάση. Φέτος η περίοδος που θα μας απασχολήσει είναι η εποχή Έντο, 1600-1868 μ.Χ. Είναι ωραία εποχή, αφού σ’ αυτήν αναπτύχθηκαν πολλά από εκείνα τα πολιτισμικά στοιχεία, που εμείς σήμερα θεωρούμε διαχρονικά χαρακτηριστικά του ιαπωνικού πολιτισμού (ενώ δεν είναι), όπως οι ξυλογραφίες, τα γνωστά ουκιγιόε, η ποίηση χάϊκου, το λαϊκό θέατρο, δηλαδή το γνωστό καμπούκι, η πλήρης ανάπτυξη του απόλυτα κεντρικού συστήματος διακυβέρνησης με επικεφαλής τον αρχηγό του στρατού, δηλαδή τον σόγκουν, αλλά και άλλα, λιγότερο γνωστά, όπως η κρατική οργάνωση του Βουδισμού, ο αποκλεισμός της Ιαπωνίας από τον υπόλοιπο κόσμο μέχρι το 1851 κ.λπ.
Γιατί νομίζετε ότι στην Ιαπωνία το ενδιαφέρον για την σύγχρονη Ελλάδα εξαντλείται στους Ολυμπιακούς αγώνες και τα τουριστικά αξιοθέατα των νησιών (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις);
Μεγάλο θέμα! Μεγάλο, γιατί αποτελείται από πολλά στοιχεία…Ας σας πω για κάποια μόνο από αυτά, την περιορισμένη στην αρχαιότητα εικόνα, που και στην Ιαπωνία υπάρχει για την χώρα μας. Κάποτε, στη διάρκεια των πρώτων μεταπτυχιακών σπουδών μου στο Τόκυο, το 1978, είχα έναν φροντιστή, δηλαδή τον μεταπτυχιακό φοιτητή που το πανεπιστήμιο όρισε για να με εισαγάγει στά κείμενα του Νισίντα κ.λπ. Θυμάμαι την έκπληξή του, όταν του είπα ότι τα αρχαία αγάλματα ήταν χρωματιστά…Ή ότι ο ελληνικός πολιτισμός, με άλλες μορφές, συνέχισε και μετά από το 150 μ.Χ. Ότι υπήρχαν αριστοτελιστές στο Βυζάντιο, π.χ. ήταν γι’ αυτόν μια ολότελα καινούργια πληροφορία.
Εκείνη την εποχή, μιλάω πάντα για το τέλος της δεκαετίας του ΄70, η Ελλάδα μετά από την αρχαιότητα ήταν κάτι από εντελώς ασαφές έως ανύπαρκτο στο ιαπωνικό μυαλό. Ακόμα σήμερα, αυτό σε μεγάλο βαθμό δεν έχει διορθωθεί, με αποτέλεσμα η σύγχρονη Ελλάδα, να αποτελεί ένα κενό στην ιστορία και στον πολιτισμό γι’ αυτούς. Προσπαθώ να θυμηθώ μια καλή έκθεση π.χ. εικόνων που να έγινε από την Ελλάδα εκεί, ή μια έκθεση νεότερης ή και σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής…Δεν θυμάμαι να έχει γίνει τίποτε. Λοιπόν, αν εμείς δεν προσπαθούμε να κάνομε γνωστό το σημερινό πρόσωπό μας, από που να το γνωρίζουν οι άλλοι; Και δεν προσπαθούμε εκεί, διότι και γιά μάς αυτό το τμήμα του πλανήτη είναι τυφλό, σαν να μήν υπάρχει τίποτε εκεί πέρα.
Περίεργο, με τα όσα έχουν γραφεί κ.λπ., αλλά στη χώρα μας λείπει όχι μόνο η συνείδηση της δύναμης αυτών των χωρών, που είναι το πιό απλό, όχι μόνο η συνείδηση του πολιτισμού πού έχουν προσφέρει, αλλά ακόμα, συχνότατα, και η συνείδηση της ύπαρξής τους…Ενώ η ιστορία αλλάζει, το μυαλό μας είναι ακόμα προσανατολισμένο σε κέντρα πολιτισμού και δύναμης που, σιγά-σιγά, χάνουν την προηγούμενη σημασία τους, την οποία την παίρνει η Ανατολή…Κάποιες προσπάθειες έχουν βέβαια γίνει, όπως π.χ. ο κινηματογράφος του Αγγελόπουλου, αλλά είναι λίγες. Κάποτε ανέβηκα σε ένα χώρο του Πανεπιστημίου του Τόκυο, όπου είχαν συγκεντρωμένες όλες τις υπάρχουσες εγκυκλοπαίδειες παγκοσμίως. Υπήρχαν εκεί εγκυκλοπαίδειες από τις πιο απίθανες χώρες, δεν το συζητώ, φυσικά, και από τις γειτονικές μας, μεταξύ των οποίων, ειρήσθω εν παρόδω, η Βουλγαρία κάνει εξαγωγή ιαπωνολόγων, τόσο καλό Τμήμα έχει. Η μόνη χώρα που απουσίαζε, ήταν η Ελλάδα…
Άλλοι παράγοντες επίσης υπάρχουν, όπως η δυσφήμιση που καί πάλι οι ίδιοι έχομε κατορθώσει. Στη χρυσή εποχή του ιαπωνικού τουρισμού προς την Ελλάδα, δηλαδή στη δεκαετία του 70, έρχονταν εδώ Ιάπωνες τουρίστες πολυπληθέστατοι….Πολλοί ξεναγοί έζησαν επί χρόνια μόνο από αυτό! Λοιπόν, οι άνθρωποι αυτοί, συνηθισμένοι να πηγαίνουν σε χώρες πολιτισμένες τουριστικά, όχι κατ’ ανάγκη του πρώτου κόσμου, όπου γνωρίζουν και τον πολιτισμό τους, π.χ. στα νησιά Μπαλί ή στη Σαϊπάν κ.λπ., αφού συνάντησαν τις γνωστές και σημαδεμένες από το σκοτάδι της άγνοιας συμπεριφορές, καθώς και άλλα πράγματα που ακόμα και για κάποιον από εμάς που γνωρίζει λίγο τον ιαπωνικό τρόπο ζωής μπαίνουν, σε σύγκριση, μόνο κάτω από την επικεφαλίδα της χυδαιότητας, μετέφεραν μια κακή εικόνα. Μετά, κάποτε υπήρχε η απευθείας γραμμή της Ολυμπιακής. Ως γνωστόν, καταργήθηκε. Δεν είναι δύσκολο, βέβαια, να φαντασθεί κάποιος, ότι κανείς δεν ξεκινάει από την άκρη του κόσμου, για να δει ομορφιές του παρελθόντος ή της φύσης, περιτριγυρισμένες μάλιστα συχνότατα από απίστευτη ασχήμια, επειδή εμείς αρνούμαστε να καταλάβομε σε ποιόν, επιτέλους, κόσμο ζούμε;
Η ενασχόληση σας με ιαπωνικά θέματα είναι μόνο στα πλαίσια των επαγγελματικών σας υποχρεώσεων; Έχετε άλλα ενδιαφέροντα σχετικά με την Ιαπωνία;
Βέβαια, πολλά! Σε βαθμό που να είναι εις βάρος των επαγγελματικών, τα οποία απαιτούν σχεδόν πλήρη αφοσίωση…Τώρα, γι’ αυτό το λόγο, έχω κόψει πολλά. Παλιότερα άκουγα πολύ ιαπωνικό τραγούδι. Είμαι ένθερμος θαυμαστής των λαϊκών ιαπωνικών τραγουδιών, των ένκα. Παλιότερα επίσης τραγουδούσα και ο ίδιος, είχα μάλιστα πάρει το δεύτερο βραβείο σε ένα διαγωνισμό ξένων στην Ιαπωνία, που τραγουδούν ένκα, το 1980. Ένα άλλο χόμπυ μου ήταν η φωτογραφία. Έχω γυρίσει με τα πόδια περιοχές και περιοχές της Ιαπωνίας, και έχω μια πολύ μεγάλη συλλογή από σλάϊντς, πολλά από τα οποία είναι τώρα μοναδικά. Μέχρι τώρα η επιστημονική δραστηριότητα δεν με άφησε να πλησιάσω τουλάχιστο κάποιο από τα περιοδικά που δημοσιεύουν φωτογραφίες από τις ομορφιές του πλανήτη μας. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να το κάνω…Εξάλλου μου αρέσει πολύ η ιαπωνική κεραμεική, είναι κι αυτή στα χόμπυ μου. Πέρυσι είχα κάνει σε συνεργασία με τον σύλλογο ανθοδετικής «Ικεμπάνα» μια διάλεξη για την εξέλιξη της ιαπωνικής κεραμεικής, που είχε αρέσει πολύ…Μου ζητούν τώρα το δεύτερο μέρος, δηλαδή την κεραμεική μετα τόν 18 ο αιώνα, αλλά πού χρόνος; Επίσης, όπως ξέρετε, ασχολούμαι και με την ιαπωνική λογοτεχνία. Στο περιοδικό «Πλανόδιον» είχα παλιότερα δημοσιεύσει τέσσερα διηγήματα του Σίγκα Ναόγια, μαζί με μια καλή εισαγωγή. Φέτος, πάλι, βγήκε από την Άγρα η μετάφρασή μου της «Γυναίκας της Άμμου» του Κόμπο Αμπέ, κι αυτό με εισαγωγή.
Προσπαθώ να δείξω ότι πέρα από τους συγγραφείς που στερεότυπα είναι γνωστοί στην Ελλάδα, υπάρχουν κι άλλοι, συχνά πολύ πιό αγαπητοί στη χώρα τους, από αυτούς που ξέρομε εμείς. Π.χ. ένας συγγραφέας όπως ο Νάτσουμε Σόσεκι, ίσως ο πιό δημοφιλής στην Ιαπωνία, είναι ουσιαστικά άγνωστος εδώ. Παλιά, στη φιλοσοφική, είχα αφιερώσει ένα εξάμηνο στην ανάλυση του έργου του «Κοκόρο»…Γενικά, επίσης, με τις εισαγωγές κ.λπ. που, αν τις δείτε δεν είναι σαν τις τυπικές που ίσως ξέρετε, με τα γνωστά κλισέ κ.λπ., προσπαθώ να ενημερώσω την ελληνική βιβλιογραφία με την σύγχρονη σχετική έρευνα, με ό,τι λέγεται σήμερα. Συχνά αυτό είναι κριτικό, αλλά είναι άγνωστο εδώ. Αν δείτε π.χ. τι κυκλοφορεί εδώ σχετικά με το Ζεν…Είναι ακόμα δεκαετία του 60.. Η κριτική φάση, από την οποία πέρασε το Ζέν, η αναθεώρηση της ιστορίας του και πολλών πραγμάτων που θεωρούνταν δεδομένα, έργα σχετικά με αυτή την κριτική, όπως αυτό του Μπερνάρ Φωρέ, είναι άγνωστα. Το ίδιο ισχύει και π.χ. για τον Λευκάδιο Χέρν.
Και σ’ αυτόν έχομε μείνει στην εποχή του ιδανισμού ή του ανεπιστημονισμού και τίποτε από την σύγχρονη έρευνα δεν μας έχει αγγίξει, με την εξαίρεση ενός σημαντικού συνεδρίου που είχε οργανώσει πριν λίγα χρόνια στο Πανεπιστήμιο ο κ. Κων. Βάσσης, πρώην πρέσβης της Ελλάδας στο Τόκυο. Λοιπόν, προσπαθώ, αλλά ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη! Γι’αυτό, και ξαναγυρνάμε στο θέμα του Τμήματος, χωρίς κάτι τέτοιο, τα πράγματα θα μείνουν για καιρό όπως τα ξέρομε.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ O Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος είναι θρησκειολόγος, ειδικευμένος στις ιαπωνικές θρησκείες και ιδιαίτερα στον ιαπωνικό βουδισμό. Εργάζεται ως τακτικός καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. |