Είναι κάτι που το έχουν μάθει με τον σκληρότερο τρόπο όλες οι παλιές πόλεις στην Ευρώπη και που πλέον το μαθαίνει και το Κιότο: η συντήρηση της πολιτισμικής κληρονομιάς, ιδιαίτερα των διαστάσεών της που δεν είναι προστατευμένες σε μουσεία αλλά βρίσκονται διάσπαρτες στους δρόμους είναι πολύ δύσκολο πράγμα.
Ευτυχώς στην περίπτωση της ιστορικής πρώην πρωτεύουσας, οι δημοτικές αρχές αποφάσισαν να βοηθήσουν την κατάσταση, τουλάχιστον σε ότι αφορά τα παλιά κτήρια και ειδικά ορισμένους ναούς και τα αστικά σπίτια με τις μακριές προσόψεις που λέγονται «κιομάτσι-για» και που χαρίζουν στην πόλη το χαρακτηριστικό της χρώμα.
Ο εχθρός των κτηρίων δεν είναι τόσο η ίδια η φθορά του χρόνου όσο η αδυναμία τους να υπακούσουν στους πολεοδομικούς κανονισμούς σχετικά με την ασφάλεια∙ σχεδόν 2% τους κατεδαφίζονται κάθε χρόνο και παρότι, σύμφωνα με μια έρευνα της νομαρχίας υπάρχουν πάνω από 47.700 από αυτά, ο ρυθμός εξαφάνισής τους είναι ανησυχητικός αφού αν συνεχιστεί, η παλιά πόλη η οποία άντεξε επί αιώνες θα έχει εξαφανιστεί εντός των προσεχών 4-5 δεκαετιών.
Προκειμένου να μπορέσουν οι ιδιοκτήτες των κτηρίων να τα συντηρήσουν, η πόλη δημιούργησε μια κατηγορία αντίστοιχη με τα ελληνικά «διατηρητέα» και καλύπτει τα 2/3 του κόστους ανακαινίσεων αρκεί να μην βλάπτονται στοιχεία που θα αλλοιώνουν την ταυτότητα του κτηρίου∙ στην περίπτωση των ναών, οι δημοτικοί άρχοντες ελπίζουν ότι θα εμποδίσουν μια συνήθη πρακτική, την παραχώρηση εκ μέρους του ναού μέρους των οικοπέδων τους για την ανέγερση μοντέρνων κτηρίων: ορισμένοι ναοί καταφεύγουν στην τακτική αυτή προκειμένου να αποκομίσουν έσοδα όμως το αποτέλεσμα είναι να τραυματίζεται ανεπανόρθωτα η αισθητική των χώρων.