Ο Ιάπωνας συγγραφέας Γιούκιο Μισίμα ήταν ανάμεσα στους έξι επικρατέστερους υποψηφίους για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη 2 Ιανουαρίου στον ιστοχώρο του Ιδρύματος Νόμπελ. Τη χρονιά εκείνη τελικά το Βραβείο απονεμήθηκε στον Έλληνα ποιητή Γιώργο Σεφέρη.
Οι υπόλοιποι τέσσερις συγγραφείς ήταν ο Αγγλοαμερικανός ποιητής Ουΐσταν Ώντεν (W. H. Auden), ο Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούδα (πήρε το Βραβείο Νόμπελ το 1971), ο Ιρλανδός Σάμουελ Μπέκετ (πήρε τελικά το Βραβείο το 1969) και ο Δανός συγγραφέας Aksel Sandemose.
Από τους έξι η Επιτροπή των Βραβείων επέλεξε ως τελικούς υποψηφίους τους Σεφέρη, Ώντεν και Νερούδα. Συνολικά για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1963 είχαν προταθεί 80 λογοτέχνες . Ο Γιώργος Σεφέρης είχε προταθεί για πρώτη φορά το 1955 και αργότερα το 1961 (από τον Τ.Σ.Έλιοτ).
Γιούκιο Μισίμα
Γεννήθηκε το 1925 στο Τόκιο και το πραγματικό του όνομα ήταν Κιμιτάκε Χιράοκα. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και μεγάλωσε με αυστηρή πειθαρχία, φοιτώντας στο σχολείο Γκακουσιού-ιν (Κολέγιο των Πατρικίων), όπου ανακάλυψε την ευρωπαϊκή και κλασική ιαπωνική λογοτεχνία. Όντας ακόμα μαθητής, εκδίδει, το 1944, την πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τίτλο Ανθισμένο δάσος, η οποία γνωρίζει επιτυχία. Παράλληλα γράφεται στη Νομική Σχολή του Αυτοκρατορικού Πανεπιστημίου του Τόκιο. Τα γεγονότα του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου και η ήττα της χώρας του επηρεάζουν βαθιά τον Μισίμα, που το 1946 εκδίδει τα διηγήματα Τσιγάρο και Ιστορία στο ακρωτήρι. Ακολουθούν τα έργα του: Οι κλέφτες (1948), Οι εξομολογήσεις μιας μάσκας (1949), Η δίψα της αγάπης (1950), Ο ναός του χρυσού περιπτέρου (1950), καθώς και δεκαεπτά μυθιστορήματα. Ταξιδεύει στην Αμερική και την Ευρώπη και επηρεάζεται από τη γαλλική λογοτεχνία. Το 1960 είναι η χρονιά που ο Μισίμα αρχίζει να ασχολείται με τον κινηματογράφο. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1965, γυρίζει την ταινία «Τελετουργία του έρωτα και του θανάτου», ενώ το 1966 σκηνοθετεί ο ίδιος μια ταινία με τίτλο «Πατριωτισμός», που έχει ως θέμα της το σεππούκου. Όμως και ο χώρος του θεάτρου δεν ξεφεύγει από τον ανήσυχο και δημιουργικό Μισίμα. Γράφει το θεατρικό Η κυρία ντε Σαντ και διάφορα άλλα έργα με τα οποία στοχεύει στην αναβίωση του παραδοσιακού θεάτρου Νο της πατρίδος του.
Όμως ο κινηματογράφος και το θέατρο δε μειώνουν τη συγγραφική παραγωγή του Μισίμα. Το 1963 εκδίδεται Ο ναύτης που ξέβρασε η θάλασσα και το 1966 το Ανοιξιάτικο χιόνι, ο πρώτος τόμος της τετραλογίας του Η θάλασσα της γονιμότητας, που ολοκληρώθηκε το 1970.
Ο Μισίμα, βαθιά επηρεασμένος από τα γεγονότα του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου και την ταπεινωτική ήττα της πατρίδας του, εκπαιδεύεται στρατιωτικά στην εθνοφυλακή και συντάσσει προσωπικό στρατό από στρατολογούμενους φοιτητές υπό την ονομασία «Εταιρεία της Ασπίδας». Αποστολή του είναι η ηθική, πολιτιστική και πολιτική υπεράσπιση της Ιαπωνίας από τον εξαμερικανισμό. Στις 25 Νοεμβρίου του 1970, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα διαμαρτυρίας κατά της δυτικοποίησης της Ιαπωνίας, ο Μισίμα αυτοκτονεί μαζί με τον εραστή του Μορίτα, ακολουθώντας πιστά την παραδοσιακή τεχνική του σεππούκου, διχάζοντας έτσι την κοινή γνώμη και συσκοτίζοντας το έργο του.
Πηγή βιογραφικού: Eκδόσεις Καστανιώτη