
Μέιτζι Τζίνγκου –μάλλον μου είναι δύσκολο να γράψω κάτι γι αυτό, συγκεντρωνόμενος στο σιντοϊστικό ιερό που είναι γνωστό μ’ αυτό το όνομα, εφόσον και μόνο η φράση λειτουργεί σαν μαγικό ραβδάκι, που μ’ ένα χτύπημα κάνει να ζωντανέψουν χιλιάδες αναμνήσεις που συνδέονται με την περιοχή γύρω απ’ αυτό. Ωστόσο γι αυτά, κάποια άλλη φορά.
Από την ίδρυση του ιερού, το 1920, έχουν περάσει 100 χρόνια… Οι Ιάπωνες, που πάντα αισθάνονται έναν ισχυρό σύνδεσμο με τον αυτοκράτορα Μέιτζι, αλλά και με την εποχή Μέιτζι, που έχει πάρει τ’ όνομά του, οργάνωσαν μια έκθεση για την εκατονταετία από την ίδρυσή του. Γράψαμε αυτό το κείμενο με αφορμή αυτή την πλούσια, όπως μπορεί να δεί κανείς κι από τις παρακάτω φωτογραφίες, έκθεση.
Το Μέιτζι Τζίνγκου, ένα από τα μεγαλύτερα ιερά του Τόκυο είναι αφιερωμένο στον αυτοκράτορα Μέιτζι, αλλά και στη σύζυγό του, Σοκέν. Και οι δύο αποτελούν τις θεότητες που τιμώνται και λατρεύονται σ’ αυτό. Η μεταθανάτια λατρεία των πνευμάτων (μιτάμα) ανθρώπων, που υπήρξαν κάτι διακεκριμένο στη διάρκεια της ζωής τους, είναι μια συνήθης περίπτωση στο Σίντο, στο πάνθεο του οποίου συμπεριλαμβάνονται και θεότητες προερχόμενες από αυτή τη συνήθεια. Άλλες γνωστές περιπτώσεις τέτοιας μεταθανάτιας αποθέωσης είναι ο Τοκουγκάουα Ιεγιάσου, το πνεύμα του οποίου είναι η θεότητα που λατρεύεται στο γνωστό ιερό Τοσόγκου στο Νίκκο, ο Χιντεγιόσι κ.α.
Ο αυτοκράτορας Μέιτζι είναι συνδεδεμένος με τη μεγαλύτερη μεταβολή στην ιστορία της νεότερης Ιαπωνίας, δηλαδή την κατάργηση του σογκουνάτου, την παλινόρθωση του αυτοκρατορικού θεσμού, το άνοιγμα της χώρας στον υπόλοιπο κόσμο και την έναρξη του εκσυγχρονισμού της. Ο Μέιτζι συνέβαλε σε όλα αυτά συμβάλλοντας ενεργά σε πρωτοβουλίες όπως η δημιουργία συντάγματος, η σύσταση Βουλής κ.λπ. Η αυτοκράτειρα Σοκέν είναι συνδεδεμένη με δραστηριότητα στον φιλανθρωπικό τομέα, αλλά και στην παιδεία των γυναικών.
Το σώμα του Μέιτζι είναι θαμμένο στο Κυότο, στο Φουσίμι –Μομογιάμα. Στο Μέιτζι Τζίνγκου θεωρείται ότι κατοικεί μόνο το πνεύμα του. Μ’ όλο που, όπως αναφέραμε, η μεταθανάτια αποθέωση ανθρώπων δεν είναι άγνωστη στο Σίντο, η αποθέωση του Μέιτζι έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται για τον αυτοκράτορα, δηλαδή για κάποιον που στο Σίντο, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί γύρω στον 8ο αι. μ.Χ., είχε ήδη, κατά τη διάρκεια της ζωής του την ιδιότητα του θεού, ως απόγονος της θεάς του ήλιου, Αματεράσου. Με την άνοδο των σαμουράι στην εξουσία, η οποία κράτησε αιώνες, το Σίντο επιβίωνε σε μια σύνθεση με τον Βουδισμό, που είχε γίνει η επικρατούσα θρησκεία. Στη διάρκεια της ηγεμονίας των σόγκουν οι αυτοκράτορες δεν είχαν καθόλου καλή μεταχείριση. Τώρα, οι άνθρωποι που συνέβαλαν στην πτώση αυτού του καθεστώτος και στην επαναφορά του αυτοκράτορα ως της ύψιστης αρχής, θεώρησαν επίσης καλό να επαναφέρουν και αυτή, τη θρησκευτική διάσταση του αυτοκρατορικού θεσμού, να αναβιώσουν δηλαδή αυτή τη μορφή του Σίντο, που έχει ως κέντρο της τον αυτοκράτορα. Αυτή θεωρήθηκε ως μια ιδεολογία που θα ενοποιούσε το έθνος. Ο θάνατος του Μέιτζι προκάλεσε μια πανεθνική συγκίνηση, που οδήγησε σε εκστρατεία με αίτημα την ανέγερση ενός ιερού με αντικείμενο λατρείας το πνεύμα του μεγάλου αυτοκράτορα, αλλά ταυτόχρονα έδωσε την ευκαιρία στους ίδιους ανθρώπους να σκεφτούν ότι μια τέτοια ενέργεια, πέρα από την τιμή της «αρετής» (σεϊτόκου κινέν – όπως συνήθως λέγεται, χρησιμοποιώντας έναν κομφουκιανό όρο) μιάς μεγάλης προσωπικότητας, θα αποτελούσε, ακόμα περισσότερο, μια αντικειμενική έκφραση αυτής της ιδεολογίας. Έχομε δηλαδή εδώ την απαρχή της ιδεολογίας που είναι γνωστή με το όνομα «κοκουτάι» (= η χώρα ως ένα σώμα ή οικογένεια με κεφαλή τον αυτοκράτορα) που αργότερα, προσλαμβάνοντας βαθμιαία και άλλα στοιχεία, όπως την ιερότητα και της ίδιας της χώρας κ.λπ. θα κυριαρχούσε μέχρι το τέλος του πολέμου. Η ανέγερση του ιερού, μαζί με τις τελετές ενθρόνισης του επόμενου αυτοκράτορα, Ταϊσό, το 1912, συνέτειναν επίσης στην αναβίωση του σεβασμού απέναντι σε όλα τα σιντοϊστικά ιερά και στην επανασυνειδητοποίηση της σημασίας αυτής της θρησκείας, που είχε, με την έμφαση στο Βουδισμό κατά τη διάρκεια του σογκουνάτου, σχεδόν χαθεί.
Η λαϊκή λατρεία στο πρόσωπο – και, μεταθανάτια, στο πνεύμα του Μέιτζι, εκφράστηκε με τη συμβολή όλων των τάξεων του ιαπωνικού λαού στην ανέγερση του ιερού, που έσπευσαν με δωρεές να βοηθήσουν στην ανέγερση. Η ανέγερση ολοκληρώθηκε το 1920. Ωστόσο το πρώτο αυτό ιερό δεν επιβίωσε για πολύ, εφόσον καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς του Τόκυο στη διάρκεια του πολέμου. Το σημερινό αποτελεί την επανακατασκευή του, του 1958. Σ’ αυτή συνέβαλαν και πάλι οι Ιάπωνες με δωρεές, συγκεντρώσεις κεφαλαίων κ.λπ., μέσα στη χώρα αλλά και από το εξωτερικό. Ιδιαίτερα συγκινητική υπήρξε η δωρεά δέντρων από όλη την επικράτεια, για την κατασκευή της πράσινης όασης, που αποτελεί τον κήπο που περιβάλλει το ιερό.
Σήμερα, το Μέιτζι Τζίνγκου, με κέντρο το «ναϊέν», το κυρίως ιερό, είναι πόλος έλξης για χιλιάδες προσκυνητές, που έρχονται εδώ ιδίως για το λεγόμενο «χατσουμόντε», δηλαδή το πρώτο προσκύνημα σε κάποιο ιερό στην αρχή του καινούργιου χρόνου. Όπως κάθε σιντοϊστικό ιερό, εκτός από τις κοινές τελετές και γιορτές που γίνονται στη διάρκεια του έτους, όπως εκείνες της Άνοιξης (29 Απριλίου-3 Μαΐου), του φθινοπώρου, των παιδιών (κοντόμο νο ματσούρι) 5 Μαΐου) κ.λπ., έχει επίσης και τις ιδιαίτερες, δικές του, όπως είναι ο εορτασμός της επετηρίδας της ανέγερσης (1η Νοεμβρίου), εκείνες που συνδέονται ιδιαίτερα με τον Μέιτζι, όπως η της ανάμνησης των γενεθλίων του (3 Νοεμβρίου), η της «ανάμνησης των αρετών» του (30 Ιουλίου), όπως, βέβαια και η της «ανάμνησης των αρετών» της Σοκέν. Πολλές επίσης άλλες τελετές, όπως εκείνη της «εισόδου στο ρίνγκ» του Γιοκοζούνα (πρωταθλητή) του Σουμό (30 Σεπτεμβρίου), έκθεση καλλιγραφίας, της πρώτης του χρόνου, την πρωτοχρονιά, και άλλες πολλές, κάνουν τον ήσυχο αυτό χώρο να ζωντανεύει με τρόπους που αποτελούν δέλεαρ τόσο για τον πιστό, όσο και για τον φιλοθεάμονα επισκέπτη.
Οι φωτογραφίες της έκθεσης


Φωτoγραφίες: Junko Nagata ©GreeceJapan.com