Η άσκηση στις κλασσικές πολεμικές τέχνες, αυτές που αποκαλούνται «κορίου μπούντο» ή «κομπούντο» εμπεριέχει κάτι που προκαλεί βαθιά ικανοποίηση. Παρόλο που (ή ακριβώς επειδή) οι σχολές αυτές δεν έχουν σχεδόν καμία επαφή με τη σημερινή πραγματικότητα, έχουν ελάχιστη ή καθόλου επίφαση αυτοάμυνας που να μπορεί να εφαρμοστεί στις σύγχρονες κοινωνίες και μια μόλις περιφερειακή σχέση με την πολυσυζητημένη «φιλοσοφία των πολεμικών τεχνών» (καθώς βασικά πρόκειται για σχολές/μεθόδους κυρίως ένοπλης μάχης που δημιουργήθηκαν σε μια περίοδο που οι άνθρωποι όντως πολεμούσαν), εκατοντάδες άνθρωποι εξακολουθούν να τις μελετούν και να τις διατηρούν ζωντανές.
Ένας λόγος ίσως είναι ο εγγενής εξωτισμός τους: τα όπλα είναι αρχαϊκά και σχετικά βασικά και η εξάσκηση περιλαμβάνει ντύσιμο με ξεχασμένα ρούχα (σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και με πανοπλίες), ομιλία σε μια γλώσσα που δε χρησιμοποιείται σχεδόν πουθενά και εκμάθηση κανόνων συμπεριφοράς για συνθήκες που έχουν ξεπεραστεί προ πολλού από την ιστορία. Ή ίσως επειδή η απουσία του αθλητικού/ανταγωνιστικού στοιχείου φέρνει στην επιφάνεια κάποια πιο πρωτόγονα συναισθήματα –την άγρια χαρά από το φόνο ή τον τραυματισμό ενός άλλου ανθρώπου χωρίς να σκοτωθείς ή να τραυματιστείς ο ίδιος και στο τέλος, την απόλαυση να έχεις μείνει ζωντανός.
Η άσκηση στις κορίου είναι σκληρή· από μια άποψη σκληρότερη από την άσκηση στις σύγχρονες πολεμικές τέχνες/αθλήματα. Ένας αθλητής του κέντο στο τέλος του αγώνα είναι εξουθενωμένος –με τον ίδιο τρόπο που είναι εξουθενωμένος ένας δρομέας ταχύτητας στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και παρότι αυτό δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο, είναι εντελώς διαφορετικό από την εξάντληση που νοιώθουν στο τέλος μιας σειράς από φόρμες δύο ασκούμενοι στις κορίου· στην περίπτωση αυτή, και με την προϋπόθεση ότι η σχολή εξακολουθεί να προπονεί με τον τρόπο που πρέπει και όχι θεατρικά, απολιθωμένα και για την ικανοποίηση των φαντασιώσεων των ασκούμενων (όπως κάνουν πολλές, ακόμα και στην Ιαπωνία), η υπόκλιση στο τέλος σημαίνει «Σκοτώσαμε ο ένας τον άλλον αλλά είμαστε ακόμα ζωντανοί –ας χαρούμε που θα ζήσουμε άλλη μια μέρα».
Σε όλους τους ανθρώπους, υπάρχει μια βαθιά δυαδικότητα: η ανάγκη να αλλάξουν τα πράγματα και η ανάγκη να παραμείνουν όπως είναι και όταν κανείς γίνεται μέλος μιας μπουγκέι ριούχα, μιας κλασσικής πολεμικής σχολής βρίσκει έναν τρόπο να εξισορροπήσει τα δύο. Η ίδια η άσκηση είναι αποδοχή της αλλαγής όμως το να κάνεις αυτή την άσκηση ως μέρος μιας γενεαλογίας που ξεκίνησε στο Σενγκόκου Τζιντάι, την εποχή των εμφυλίων πολέμων, είναι διατήρηση της παράδοσης –η οποία με τη σειρά της είναι επίσης αλλαγή καθώς ρέει ασταμάτητα μέσα στους αιώνες.