Η Κισίντα Τόσικο (岸田 俊子) γεννήθηκε στο Κιότο, το 1861. Κόρη ενός εύπορου εμπόρου της πόλης, υπό τις προτροπές της μητέρας της, έλαβε σημαντική εκπαίδευση. Οι ικανότητές της ήταν φανερές από μικρή ηλικία και είναι χαρακτηριστικό πως της ζητήθηκε να γίνει σύμβουλος σε θέματα λογοτεχνίας (ιδίως σε κλασσικά κείμενα του Κινεζικού πολιτισμού) της Αυτοκράτειρας, ούσα έτσι η ίδια το πρώτο άτομο κοινής καταγωγής το οποίο καλούταν να αναλάβει τέτοια θέση στην αυτοκρατορική αυλή.
Δύο χρόνια αργότερα, παραιτήθηκε για λόγους υγείας (οι πραγματικοί λόγοι παραμένουν σημείο συζητήσεων και φαίνεται να σχετίζονται με την ζωή στην αυτοκρατορική αυλή) και λίγους μήνες αργότερα ξεκίνησε την ενασχόληση της με τον πολιτικό χώρο και τις δημόσιες ομιλίες της, από τις οποίες έγινε ιδιαιτέρως γνωστή. Συνδέθηκε με το «Κίνημα για την Ελευθερία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (自由民権運動)» και έκανε την αρχή στην Οσάκα, τον Απρίλιο του 1882, με την στήριξη του Συνταγματικού Κόμματος. Σύντομα ταξίδευε σε ολόκληρη την χώρα και οι ομιλίες της συγκέντρωναν μεγάλα πλήθη.
Φαίνεται ότι η συμμετοχή, νεαρών κυρίως, γυναικών (στο κοινό αλλά και στους ομιλητές) σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις ήταν αρκετά διαδεδομένη, ιδιαιτέρως την περίοδο 1882-84, σε μια εποχή που η πρακτική των δημοσίων ομιλιών ήταν ιδιαιτέρως ανεπτυγμένη και οι κανονισμοί που τις οριοθετούσαν αρκετά χαλαροί. Η αυξανόμενη αυτή τάση ωστόσο, οδήγησε σύντομα στην υιοθέτηση μέτρων για τις πολιτικές συναθροίσεις, που έως το 1890 επίσημα πλέον απαγόρευαν την οποιαδήποτε συσχέτιση των γυναικών με συναντήσεις πολιτικού περιεχομένου (μη καταφέρνοντας ωστόσο να τις εξαλείψουν, αλλάζοντας παρά μόνο το πλαίσιο στο οποίο πραγματοποιούνταν).
Η ευπαρουσίαστη φιγούρα της Κισίντα (με τα κομψά κιμονό και τις προσεγμένες κομμώσεις) σε συνδυασμό με τον δυναμισμό που χαρακτήριζε τις ομιλίες της, εμπεριέχοντας συχνά στοιχεία σαρκασμού αλλά και λεξιλογίου ασυνήθιστου για τις γυναίκες της περιόδου, καθώς και η σύνδεσή της με τον αυτοκρατορικό οίκο, η οποία αποτελούσε «είδηση» των καιρών, φαίνεται πως ξεσήκωναν τα πλήθη. Ο τύπος όμως της εποχής λίγα είχε να πει για το περιεχόμενο των ομιλιών της. Πέρα από τους τίτλους αυτών και τις τοποθεσίες, εστίαζε κυρίως σε θέματα εμφάνισης και στις αντιδράσεις του κοινού. Σχολιαστές και πολιτικοί της περιόδου από την πλευρά τους, συχνά αντιμετώπιζαν με ενδοιασμούς τις γυναικείες πρωτοβουλίες.
Η ίδια όμως ήξερε καλά πως να αντιδρά στις επικρίσεις, οι οποίες φαίνεται πως δεν σπάνιζαν. Όταν χαρακτηριστικά σε μία ομιλία της, ένας συνομιλητής της (στο Χιτογιόσι), θέλοντας να αποφύγει να μοιραστεί την σκηνή μαζί της (καθώς ήταν γυναίκα), με το πρόσχημα του πόνου στο στομάχι και το δόντι, εκείνη συμβούλεψε το κοινό πως ως σκεπτόμενα άτομα θα πρέπει να διερωτώνται για το ποιόν ενός άντρα ο οποίος παθαίνει έναν τόσο τρομερό πονόδοντο στην όψη μιας γυναίκας, κερδίζοντας έτσι τις επευφημίες του πλήθους. Η Κισίντα συχνά θεωρείται ως η πρώτη γυναίκα που μιλούσε ανοιχτά για ζητήματα πολιτικού περιεχομένου και αν και φαίνεται πως αυτό δεν μπορεί να υποστηριχθεί απόλυτα, ήταν σίγουρα η διασημότερη για την εποχή.
Τον Οκτώβριο του 1883, στην πόλη Ότσου (λίγο έξω από το Κιότο), μπροστά σε κοινό 500-600 ατόμων, η Κισίντα έδωσε την μόνη της ομιλία το περιεχόμενό της οποίας μπορούμε σήμερα να γνωρίζουμε εξ’ ολοκλήρου, υπό τον τίτλο «Κόρες σε κούτες (箱入娘)». Σύμφωνα με την Κισίντα, οι γονείς στην προσπάθεια τους να «προστατέψουν» τις κόρες τους (πράττοντας συχνά με την σκέψη πως αυτό είναι το καλύτερο για αυτές), δημιουργούσαν «κουτιά», στα οποία και τις τοποθετούσαν, προστατεύοντας τες από τον έξω κόσμο. Στερώντας τους ωστόσο την ελευθερία να εξελιχθούν και να αναπτύξουν την σκέψη τους, τις οδηγούσαν στην σήψη και συχνά ακόμη και στην φυγή τους από το σπίτι. Η εκπαίδευση τους όμως, μόνο ωφέλιμη θα μπορούσε να είναι για την κοινωνία, και οι ίδιες θα έπρεπε να διδάσκονται από νωρίς βασικές οικονομικές αρχές και ικανότητες, ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται από μόνες τους τις ζωές τους.
Στο τέλος της ομιλίας της αυτής συνελήφθη από τις αρχές, με τις κατηγορίες της «πολιτικής ομιλίας χωρίς άδεια» (θεωρήθηκε μεταφορική η χρήση των εννοιών, όπου ως κόρες νοούταν ο Ιαπωνικός λαός και ως γονείς οι αρχές και η κυβέρνηση) και της «προσβολής κυβερνητικού αξιωματούχου». Όντας η πρώτη γυναίκα με αυτές τις κατηγορίες, έμεινε οχτώ ημέρες στην φυλακή (αφέθηκε ελεύθερη λόγω ασθενείας) και της επιβλήθηκε αυστηρό πρόστιμο, ενώ απαλλάχθηκε από την δεύτερη κατηγορία.
Η πορεία της ως δημόσια ομιλήτρια είχε τελειώσει (συνέχισε όμως μεταξύ άλλων να παραδίδει ομιλίες σε σχολεία θηλέων). Ύστερα από την αποφυλάκισή της αποσύρθηκε. Η Κισίντα κατηγορήθηκε πως εγκατέλειψε τον αγώνα αυτόν για μια άνετη έγγαμη ζωή ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν μοιάζει ακριβές. Το 1884 παντρεύτηκε τον διπλωμάτη-πολιτικό Νακατζίμα Νομπογιούκι (中島信行, 1846-1899)*, ανέλαβε την φροντίδα των τριών παιδιών του και επικεντρώθηκε στο συγγραφικό της έργο (κυρίως σε έργα Κινεζικής ποίησης και φαντασίας) και στην διδακτική της καριέρα.
Την χρονιά μετά την σύλληψή της (1884) κυκλοφόρησε στο περιοδικό Τζιγιού νο Τόμοσιμπί (自由の燈) δοκίμιό της με τίτλο «Προς τις Αδερφές μου (同胞姉妹に告ぐ)», το οποίο συχνά αναφέρεται ως η πρώτη γραπτή διακήρυξη, προερχόμενη από μια γυναίκα, των δικαιωμάτων των γυναικών στην Ιαπωνία και αποτελεί σημαντικό δείγμα των πρώτων βημάτων του αγώνα των γυναικών για ίσα δικαιώματα την εποχή Μέιτζι. Εκεί, η Κισίντα γράφει για τα δικαιώματα των γυναικών εντός του νοικοκυριού και στην ιδιοκτησία, ενώ τονίζει πως η παραχώρηση δικαιωμάτων στις γυναίκες θα ωφελήσει και τα δύο φύλα, τοποθετώντας τις σχέσεις τους στην βάση της αγάπης και όχι της άσκησης δύναμης, απαντώντας έτσι σε όσους υποστήριζαν την άποψη πως η χειραφέτηση των γυναικών θα διατάραζε την αρμονία του νοικοκυριού. «Ω εσείς οι άντρες, δεν φωνάζετε “μεταρρύθμιση” και “επανάσταση” κάθε φορά που ανοίγετε το στόμα σας; Γιατί μόνο σε ό,τι αφορά το ζήτημα των ίσων δικαιωμάτων (同権) εξακολουθείτε να λαχταράτε τις συνήθειες του παρελθόντος;»** ανέφερε χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερη είναι και η βαρύτητα που έδινε σε θέματα ετικέτας προς τις γυναίκες, ενώ πίστευε πως στο ζήτημα των δικαιωμάτων των γυναικών η Ιαπωνία θα μπορούσε να ξεπεράσει την «Δύση».
To 1889 δημοσίευσε [τμηματικά στο λογοτεχνικό περιοδικό «Μιγιάκο νο χάνα (都の花)»] το αυτοβιογραφικό έργο «Ένα διάσημο λουλούδι ανάμεσα σε βουνά (山間の名花)». Στο έργο αυτό η Κισίντα ασκεί κριτική σε πολλές πτυχές της κοινωνικής ζωής της εποχής (προχωρώντας και πέρα και από γυναίκεια ζητήματα ή εκείνα που σχετίζονται με τον γάμο), μέσα από τους διαλόγους και την καθημερινότητα τριών γυναικών, προερχόμενων από τρεις διαφορετικούς γάμους: έναν όπου έλαβε χώρα από την ελεύθερη απόφαση δύο ατόμων που αγαπήθηκαν, εκείνου μεταξύ μιας πρώην γκέισας και του «αγοραστή» της (ύστερα από τον θάνατο της πρώτης του συζύγου) και αυτού μιας μορφωμένης γυναίκας που αποφάσισε να κάνει μία επιλογή ώστε να αποφύγει εκείνες των γονιών της.
Σε ένα απόσπασμα του κειμένου, απαντώντας στις ανησυχίες που εξέφρασαν οι πρώην φοιτητές της σχετικά με το ότι ο κόσμος την επικρίνει πως έκανε στην άκρη τις αρχές της και συμβιβάστηκε σε μια έγγαμη ζωή, μακριά από τη δημόσια σκηνή, μία εκ των ηρωίδων της απαντά πως η εποχή της δράσης «απίθανων γυναικών» έχει πλέον δώσει την θέση της σε εκείνη όπου όλες οι γυναίκες πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση στην εκπαίδευση και να παλέψουν η καθεμία για μια θέση στην κοινωνία.
Η Κισίντα [συχνά αναφερόμενη και με το όνομα Νακατζίμα Σόεν (中島湘煙)] πέθανε από φυματίωση το 1901. Κάποιοι μελετητές θεωρούν πως η ίδια είχε περιορισμένη οπτική, καθώς δεν εστίαζε επιτακτικά στην παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες. Είναι γεγονός ωστόσο, ότι η δράση της ενέπνευσε πολλές γυναίκες που βρέθηκαν στις ομιλίες της, πολλές από τις οποίες οργανώθηκαν τοπικά και αναζήτησαν την αλλαγή. Η πλέον διάσημη φιγούρα του φεμινιστικού κινήματος στην Ιαπωνία, Φουκούντα (Καγκεγιάμα) Χιντέκο (福田 英子, 1865-1927), έχοντας παρευρεθεί σε μία από τις ομιλίες της Κισίντα (στην Οκαγιάμα) ανέφερε αργότερα πως ακούγοντας την ομιλία της, ξεκίνησε αμέσως να οργανώνει γυναίκες ώστε να αναλάβουν δράση για την προώθηση της ελευθερίας και της ισότητας.
*Γεννημένος στην επαρχία Tόσα, είχε υπηρετήσει υπό τον Σακαμότο Ριόμα, στον στόλο της εταιρείας Καϊεντάι.
**Ελεύθερη μετάφραση (ισχύει για όλο το κείμενο).