Ιναζό Νιτόμπε, o συγγραφέας του «Μπουσίντο: Η Ψυχή της Ιαπωνίας»

Νιτόμπε Ιναζό (1862-1933) Φωτ.: Japan National Diet Library’s website (https://www.ndl.go.jp/en/index.html)

Ο Νιτόμπε Ιναζό (新渡戸 稲造, 1862-1933) ήταν εκπαιδευτικός και διπλωμάτης. Μεταξύ άλλων, υπήρξε αναπληρωτής γενικός γραμματέας της Κοινωνίας των Εθνών. Ήταν επίσης, ο συγγραφέας του πολυδιαβασμένου (ακόμη και σήμερα) «Bushido: The Soul of Japan (Μπουσίντο: Η Ψυχή της Ιαπωνίας)» ενώ παλαιότερα, η φιγούρα του κοσμούσε το χαρτονόμισμα των 5.000 γιεν (1984-2004). 

Ο Νιτόμπε Ιναζό γεννήθηκε (ως Ινανόσουκε – 稲之助) την 1η Σεπτεμβρίου του 1862, στη Μοριόκα (σήμερα τμήμα του νομού Ιουάτε), σε μια οικογένεια σαμουράι στην υπηρεσία του οίκου ντάιμιο (τοπικός άρχοντας) της επαρχίας Νάμπου. Η οικογένειά του είχε αξιόλογη ιστορία ωστόσο, ο πατέρας του πέθανε άδοξα όταν ο Νιτόμπε ήταν ακόμη μικρός (1867), κατηγορούμενος για προσπάθεια υπεξαίρεσης χρημάτων της επαρχίας (αθωώθηκε αργότερα).
Ο Νιτόμπε ήταν το έβδομο παιδί (τρίτος γιος) της οικογένειας και φαίνεται ότι πέρασε ανέμελος τα παιδικά του χρόνια, παίζοντας με τα παιδιά της περιοχής στον ποταμό Νακάτσου, που βρισκόταν κοντά στο σπίτι τους. Ήταν ζωηρός και του άρεσε να κάνει φάρσες, ενώ η οικογένειά του ήταν οικονομικά ευκατάστατη.
Με τον αδερφό του, Μίτσιρο, είχαν την ευκαιρία να μάθουν αγγλικά από νωρίς, από έναν γιατρό, φίλο της οικογένειας. Τα αγγλικά του είχαν τραβήξει ιδιαίτερα την προσοχή, περισσότερο και από τα ίδια τα ιαπωνικά, όπως θα έλεγε αργότερα. Μικροί με τον αδερφό του, αποκαλούσαν τα βιβλία που ήταν γραμμένα στα αγγλικά «καβουροβιβλία», καθώς οι συλλαβές-λέξεις σε αυτά διαβάζονταν οριζόντια (πλαγιαστά), θυμίζοντας το περπάτημα των καβουριών. Έλαβε βεβαίως και την τυπική εκπαίδευση στα κλασικά κείμενα της κινεζικής παράδοσης και του Κομφουκιανισμού, χωρίς ωστόσο να τους δίνει ιδιαίτερη σημασία. Έλαβε επίσης μαθήματα ξιφασκίας (ως σαμουράι). Ο μικρός Νιτόμπε φαίνεται ότι ήταν, έστω και για σύντομο χρονικό διάστημα, αφού η Μέιτζι Παλινόρθωση (1868) έφερε την κατάργηση των τάξεων και της οπλοφορίας, ένας περήφανος σαμουράι. Όπως θα έγραφε αργότερα, όταν του είπαν πως δεν θα μπορούσε να κουβαλά το σπαθί του, το οποίο είχε μάθει να κουβαλά με περηφάνια ως σαμουράι, πέρα από το ότι ένιωθε το κενό στο σώμα του, η διάθεση του ήταν πεσμένη.

Το 1871, ο Νιτόμπε υιοθετήθηκε (養子) από τον θείο του, Ότα Τοκιτόσι (太田 時敏, 1839-1915)1, και μετακόμισε στη Γκίνζα του Τόκιο, όπου ο θείος του διατηρούσε κατάστημα ρούχων. Παρακολούθησε μαθήματα σε ένα ιδιωτικό αγγλικό σχολείο και το σχολείο της επαρχίας Νάμπου. Η απόδοση του ήταν πολύ καλή και το 1875 πέρασε τις εξετάσεις για το προσφάτως ιδρυθέν Σχολείο Ξένων Γλωσσών του Τόκιο (官立東京外国語学校), και συνέχισε στο ξεχωριστό του τμήμα που αφορούσε την αγγλική γλώσσα (Αγγλική Σχολή του Τόκιο -東京英語学校). Στο Τόκιο ανέπτυξε επίσης, στενή φιλία με τους Ουτσιμούρα Κάνζο (内村鑑三, 1861-1930)2 και Μιγιάμπε Κίνγκο (宮部金吾, 1860-1951)3, η οποία κράτησε για πολλά χρόνια.
Το 1877 εισήχθη στην Αγροτική Σχολή του Σαππόρο (札幌農学校)4, μαζί με τους Ουτσιμούρα και Μιγιάμπε -οι «τρεις ιδιοφυΐες» όπως είχαν χαρακτηριστεί-, έχοντας σκοπό να συνεχίσει το έργο της οικογένειάς του στον αγροτικό τομέα. Φαίνεται πως ο Νιτόμπε ένιωσε ιδιαίτερα περήφανος για την ιστορία της οικογένειάς του όταν, το 1876 ο αυτοκράτορας, επισκεπτόμενος μια περιοχή στην ανάπτυξη της οποίας ο παππούς του Νιτόμπε είχε σημαντικά συμβάλει, μνημόνευσε την οικογένεια του. Αισθάνθηκε τότε ευθύνη για το μέλλον του, όπως έγραψε αργότερα.

Στην Αγροτική Σχολή του Σαππόρο (όπως και αλλού) εκείνη την εποχή δίδασκαν κυρίως καθηγητές από το εξωτερικό. Ο Νιτόμπε γνωρίζοντας ήδη αγγλικά, μπορούσε άνετα να επικοινωνεί μαζί τους και να παρακολουθεί τα μαθήματα. Επηρεασμένος από το όλο κλίμα επίσης, την επόμενη χρονιά βαπτίστηκε χριστιανός.
Τα πρώτα χρόνια της φοίτησης του εκεί, φαίνεται πως επικεντρώθηκε στη πίστη του και τη μελέτη, μαζί με τους φίλους του. Σιγά σιγά όμως, βρέθηκε συχνά να αμφισβητεί πολλά από τα πιστεύω του, αλλά και να νιώθει πίεση πως πρέπει να διαπρέψει στις σπουδές του. Άρχισε μάλιστα να βλέπει τους φίλους του ως αντιπάλους. Περνούσε πολλές ώρες μελετώντας, με αποτέλεσμα να έχει έντονους και επίμονους πονοκεφάλους, η όρασή του να επιδεινωθεί σημαντικά και εν τέλει, να υποφέρει από ψυχική κατάρρευση.

Το 1880 λοιπόν, αποφάσισε να επισκεφτεί το σπίτι του, στο Ιουάτε, ώστε να εξετάσει και την όρασή του. Όταν έφτασε, ύστερα από κάποιες ενδιάμεσες στάσεις, έμαθε ότι η μητέρα του είχε πρόσφατα πεθάνει. Η ειδοποίηση για την κατάσταση της υγείας της είχε φτάσει στο Σαππόρο όταν ο Νιτόμπε είχε ήδη ξεκινήσει για το ταξίδι του. Το γεγονός ότι δεν μπόρεσε να είναι εκεί όταν η μητέρα του πέθανε λέγεται ότι τον στοίχειωνε για το υπόλοιπο της ζωής του και ότι αργότερα, σε κάθε επέτειο του θανάτου της, συνήθιζε να αποσύρεται στο δωμάτιό του και να διαβάζει επιστολές που είχε κρατήσει από εκείνη.

Αποφοίτησε το 1881 και ξεκίνησε να εργάζεται για την επιτροπή ανάπτυξης του Χοκάιντο (το λεγόμενο Καϊτάκουσι -開拓使)5 και ύστερα από τη διάλυση (λόγω οικονομικού σκανδάλου) της υπηρεσίας το επόμενο έτος, εργάστηκε ως υπάλληλος της διοίκησης του Χοκάιντο (北海道庁). Το 1883 μετακόμισε στο Τόκιο. Εκεί εργάστηκε για λίγο ως καθηγητής αγγλικών σε ένα σχολείο (Σέιριτσου γκάκουσα -成立学舎) και παράλληλα, ξεκίνησε σπουδές στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο6. Σύντομα ωστόσο, απογοητεύτηκε από το επίπεδο της εκπαίδευσης εκεί, αλλά και από αυτό κάποιων καθηγητών και εγκατέλειψε τις σπουδές του.

Αναζητώντας την πρόοδο, αποφάσισε να πάει για σπουδές στην Αμερική. Κατάφερε να εξασφαλίσει μια μικρή χρηματοδότηση. Πήγε λοιπόν, σε ένα κολλέγιο στην Πενσυλβάνια (Allegheny College), το οποίο του είχαν προτείνει. Ύστερα όμως από προτροπή του πρώην συμμαθητή και φίλου του Σάτο Σόσουκε (佐藤 昌介, 1856-1939)7, επέλεξε να μεταφερθεί στη Βαλτιμόρη και να ξεκινήσει σπουδές στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, όπου πέρασε τα επόμενα τρία χρόνια. Εκεί παρακολούθησε διάφορα μαθήματα, εστιάζοντας αρχικά σε θέματα οικονομικών και ιστορίας και αργότερα, στις σχέσεις μεταξύ Η.Π.Α. και Ιαπωνίας. Παράλληλα, λόγω οικονομικής στενότητας, αναλάμβανε μικροδουλειές μέσω των καθηγητών του, ενώ έγινε και μέλος μιας κοινότητας Κουάκερων στη Φιλαδέλφεια.
Το 1887 έλαβε ειδοποίηση ότι διορίστηκε καθηγητής στην Αγροτική Σχολή του Σαππόρο, γεγονός που του επέτρεψε να έχει πρόσβαση σε χρηματοδότηση για τις σπουδές του. Η οδηγία που του δόθηκε ήταν να συνεχίσει τις σπουδές του στα αγροτικά οικονομικά, στη Γερμανία όμως, όπου ο τομέας παρουσίαζε σημαντική ανάπτυξη. Ύστερα από τρία χρόνια θα έπρεπε να επιστρέψει στην Ιαπωνία, για να αναλάβει καθήκοντα.
Ξεκίνησε συνεπώς το ταξίδι του για τη Γερμανία. Οι σπουδές του εκεί ξεκίνησαν στο Πανεπιστήμιο της Βόννης και συνεχίστηκαν (1888) στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου8. Μεταφέρθηκε αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Χάλλε (γυρνώντας κάποια στιγμή πρόσκαιρα στη Βόννη), απ’ όπου έλαβε και το διδακτορικό του. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του αυτών μελέτησε αγροτική πολιτική και οικονομικά, χρηματοοικονομικά και στατιστική, ενώ ενεπλάκη σε διάφορα πρότζεκτ καθηγητών που αφορούσαν την Ιαπωνία.
Θέλοντας να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν καλύτερα τα χρόνια των σπουδών του, ο Νιτόμπε ζήτησε παράταση παραμονής στο εξωτερικό, για ερευνητικούς σκοπούς και παράλληλα, επικοινώνησε με το Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς για τη δυνατότητα απόκτησης ενός τίτλου σπουδών. Ήθελε να έχει μια αναγνώριση των τριών ετών που αφιέρωσε στις μελέτες του εκεί. Το αίτημά του ικανοποιήθηκε (1890), ενώ η διατριβή του εκδόθηκε σε μορφή συγγράμματος (1891), με τίτλο «The Intercourse between the United States and Japan: a Historical Sketch (Οι σχέσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας: μια ιστορική αναδρομή)».

Παράλληλα, κατά τη σύντομη επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, παντρεύτηκε την Mary Patterson Elkinton (1857-1938), την οποία είχε γνωρίσει (1886) στην πρώτη του παραμονή στις Η.Π.Α., μέσω της κοινότητας των Κουάκερων και με την οποία αλληλογραφούσε από τη Γερμανία9. Λίγες ημέρες μετά το γάμο τους, ο Νιτόμπε (μαζί με τη σύζυγό του) επέστρεψε στην Ιαπωνία (1891), έχοντας ήδη δημοσιεύσεις (στα αγγλικά και τα γερμανικά), αλλά και τον πρώτο του (από τους συνολικά πέντε) διδακτορικό τίτλο. Έμεινε λίγες ημέρες στο Τόκιο και στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε στο Σαππόρο (όπως όριζε ο διορισμός του) και ανέλαβε καθήκοντα ως καθηγητής, αλλά και ως τοπικός σύμβουλος. Και πάλι, φαίνεται ότι αφοσιώθηκε στην εργασία του.

Η ευρύτερη περιοχή του Χοκάιντο αναπτυσσόταν με ταχείς ρυθμούς και ο Νιτόμπε ήθελε να συμβάλλει και ο ίδιος στις αλλαγές. Έτσι ήταν αρκετά δραστήριος. Έδινε μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση, την ανάπτυξη αλλά και την ηθική καλλιέργεια. Πολλοί μελετητές αναφέρουν την αφοσίωσή του στην πρόοδο, αλλά και τις χριστιανικές αξίες που προσπαθούσε να προωθήσει.
Ως καθηγητής, μεταξύ άλλων, δίδασκε οικονομικά, ιστορία και ηθική. Στο μάθημα της τελευταίας όμως φαίνεται ότι έδινε ιδιαίτερη προσοχή. Παράλληλα, συμμετείχε στην ίδρυση (συχνά και λειτουργία) διάφορων τοπικών εκπαιδευτικών (και άλλων) φορέων, ενώ ξεκίνησε (1894) και μια δική του νυχτερινή ακαδημία (遠友夜学校), με την οικονομική (και όχι μόνο) στήριξη της συζύγου και φίλων του10. Φαίνεται γενικά πως ήταν αγαπητός από τους μαθητές του.
Στη γενικότερη συμβολή του τώρα για την περιοχή μπορούν ακόμη να προστεθούν οι διάφορες δημοσιεύσεις του στον τύπο, αλλά και το ότι ασχολήθηκε με αγροτικά και άλλα ζητήματα της περιοχής (όπως τον Ερυθρό Σταυρό ή τις μεταρρυθμίσεις στις τοπικές φυλακές) με την ιδιότητά του ως συμβούλου. Πρέπει να αναφερθεί επίσης, ότι το 1894 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο στα ιαπωνικά (ウィリアム・ペン傳), το οποίο αφορούσε τον Γουίλιαμ Πεν (1644-1718).

Όντας πολυάσχολος, ο Νιτόμπε σταδιακά επιβάρυνε την υγεία του. Το 1897 ζήτησε άδεια, μένοντας κατάκοιτος για μέρες, λόγω προβλημάτων από υπερκόπωση. Η σύζυγός του επίσης, ταλαιπωρούταν από διάφορα χρόνια προβλήματα υγείας. Το 1892 είχε γεννήσει το πρώτο τους παιδί, ύστερα από δύσκολο τοκετό, το οποίο όμως έχασαν λίγες ημέρες αργότερα, με αποτέλεσμα η ίδια να υποφέρει σωματικά και ψυχικά. Πέρασαν έτσι τους επόμενους μήνες στην Καμάκουρα και αργότερα, έμειναν για λίγο στο νομό Γκούνμα. Την περίοδο αυτή ο Νιτόμπε βρήκε ευκαιρία να ολοκληρώσει τη συγγραφή των συγγραμμάτων του για την ιστορία και τις αρχές της γεωργίας, τα οποία σχεδίαζε από πριν να εκδώσει.
Ήδη όμως ο Νιτόμπε είχε αποφασίσει να ταξιδέψει και πάλι στην Αμερική. Έτσι, παραιτήθηκε (1899) από τα καθήκοντά του στο Χοκάιντο και ταξίδεψε (με τη σύζυγό του) στο Βανκούβερ του Καναδά και λίγο αργότερα, στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών. Τότε ήταν που ολοκλήρωσε το πλέον γνωστό του σύγγραμμα, «Bushido: The Soul of Japan (Μπουσίντο: η Ψυχή της Ιαπωνίας)»11 (1899).

Εξώφυλλο αγγλικής έκδοσης του “Μπουσίντο: Η ψυχή της Ιαπωνίας” (Φιλαδέλφεια, ΗΠΑ: Leeds & Biddle, 1900). Houghton Library, Harvard University

Το «Μπουσίντο» γνώρισε σημαντική επιτυχία με τα χρόνια12, ενώ ξεκίνησε να μεταφράζεται από νωρίς σε πολλές γλώσσες13. Σε αυτό, ο Νιτόμπε ανέλαβε να παρουσιάσει στον δυτικό, αγγλόφωνο κόσμο τις ηθικές βάσεις πάνω στις οποίες στηριζόταν η ζωή των ιαπώνων. Να εξηγήσει δηλαδή που βασίζονταν οι ιαπωνικές συνήθειες και παραδόσεις.
Ο Νιτόμπε κατηγορήθηκε αργότερα ότι μέσω του «Μπουσίντο» κατασκεύασε στο μυαλό του κόσμου μια ιδεατή εικόνα για την Ιαπωνία η οποία δημιουργούσε λανθασμένες εντυπώσεις, ενώ παρείχε ακόμη, ένα εργαλείο σε όσους είχαν απώτερους σκοπούς. Η έννοια του «μπουσίντο» είχε ξεκινήσει να διαδίδεται στην Ιαπωνία μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα και εκείνοι οι οποίοι έβρισκαν σε αυτήν ουσία, θεωρούσαν ότι ο Νιτόμπε δεν είχε επαρκή επαφή με την ιαπωνική ιστορία, ώστε να μπορεί να προχωρήσει σε μια άξια ανάλυση της έννοιας. Τον κατηγόρησαν επίσης ότι εμπλούτισε την ιαπωνική παράδοση με χριστιανικές αξίες, σε μια προσπάθεια η χώρα να φανεί πιο «κοντά» στο δυτικό πρότυπο.
Σε κάθε περίπτωση, ο Νιτόμπε παρουσίασε εκ νέου την Ιαπωνία στον δυτικό κόσμο, ως μια δυναμική και ισχυρή χώρα, με μια μοναδική πολεμική κουλτούρα. Δημιούργησε μια εικόνα μακριά από τα στερεότυπα της τότε εποχής, δημιουργώντας ωστόσο νέα. Στο βιβλίο του έκανε αβάσιμους ισχυρισμούς και ξέφυγε από την ιστορική πραγματικότητα, ενώ άθελά του προσέφερε ένα αφήγημα, το οποίο (με κάποια επεξεργασία) χρησιμοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, την περίοδο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε το βιβλίο, ο Νιτόμπε έγινε ο πρώτος ιάπωνας διδάκτορας στην αγροτική επιστήμη (農学博士). Στη συνέχεια, του ανατέθηκε από το υπουργείο γεωργίας η μελέτη αμερικανικών γεωργικών προϊόντων, ενώ λίγο αργότερα, κλήθηκε να αναλάβει τεχνικός σύμβουλος στην ιαπωνική αποικιακή κυβέρνηση στην Ταϊβάν14. Αποδέχθηκε τη θέση15 ωστόσο, ζήτησε ένα χρόνο άδεια για να ταξιδέψει στην Ευρώπη, με στόχο να μελετήσει τις Ευρωπαϊκές αποικιακές πολιτικές. Παράλληλα, έκανε και άλλες δουλειές που του ανατίθενται από την ιαπωνική κυβέρνηση.
Το 1901 επέστρεψε στην Ιαπωνία και σύντομα ανέλαβε καθήκοντα στην Ταϊβάν. Ήταν υπεύθυνος στο τμήμα βιομηχανίας και του είχε ζητηθεί να ασχοληθεί με την αναδιάρθρωση της τοπικής βιομηχανίας ζάχαρης. Στη συνέχεια ιδρύθηκε ξεχωριστό τμήμα για τον σκοπό αυτό και ο Νιτόμπε τοποθετήθηκε επικεφαλής. Φαίνεται όμως ότι δεν ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένος με τη θέση του εκεί και σκόπευε να αναζητήσει άλλες ευκαιρίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τοποθέτηση του Νιτόμπε στη θέση στην Ταϊβάν είχε γίνει ύστερα από προσπάθειες του Γκότο Σίνπει (後藤新平, 1857-1929), ο οποίος ήταν επικεφαλής των πολιτικών υποθέσεων εκεί. Η σχέση του Νιτόμπε με προσωπικότητες όπως ο Γκότο του «άνοιξαν αρκετούς δρόμους» στην μετέπειτα καριέρα του.
Παράλληλα, ξεκίνησε μια «συνεργασία» μεταξύ του Νιτόμπε και της Τσουντά Ούμεκο, η οποία θα κρατούσε για πολλά χρόνια. Ο Νιτόμπε υποστήριξε τη σχολή (Αγγλική Σχολή Θηλαίων -女子英学塾) που η Τσουντά ίδρυσε, δίνοντας σε αυτή περιστασιακά διαλέξεις και αναλαμβάνοντας με τα χρόνια τον ρόλο του εξωτερικού σύμβούλος της (αυτοαποκαλέστηκε αργότερα «θείος της ακαδημίας -塾の伯父» της). Συμμετείχε επίσης στην ιδέα και σχεδίαση (μαζί με άλλες προσωπικότητες) περιοδικών16 με αγγλικά κείμενα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σαν πρόσθετο εκπαιδευτικό υλικό στη σχολή. Ο Νιτόμπε ανέλαβε γενικός συντάκτης και σύμβουλος τους, ενώ αρθρογραφούσε εκεί συχνά, μεταφέροντας τις ιδέες του με στόχο πάντα την εκπαίδευση των νέων. Τα άρθρα του αυτά μεταφράστηκαν αργότερα στα Ιαπωνικά, μέσα από άλλη έκδοση.

Το 1903 διορίστηκε καθηγητής στο τμήμα νομικής του Αυτοκρατορικού Πανεπιστημίου του Κιότο, από το οποίο έλαβε ακόμη ένα διδακτορικό δίπλωμα το 1906, ενώ έδινε περιστασιακά διαλέξεις για τις αποικιακές πολιτικές. Σταδιακά επίσης, ξεκίνησε να έχει μεγαλύτερη εμπλοκή και ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα.
Εξέφρασε λ.χ. ανοιχτά την άποψη ότι ο Ρώσο-ιαπωνικός πόλεμος (1904-5) ήταν ένας σωστός ηθικά πόλεμος, απαραίτητος για την επιβίωση του έθνους. Αυτή ήταν μια στάση αντίθετη στη σιωπηρή που είχε διατηρήσει παλαιότερα, ή την αντιπολεμική που ο παλιός του φίλος Ουτσιμούρα συνέχιζε να υποστηρίζει ένθερμα. Ο Νιτόμπε πίστευε ότι η Ρωσία είχε επικίνδυνες βλέψεις και πως ο υπόλοιπος κόσμος συνέχιζε να μην αντιμετωπίζει την Ιαπωνία ως άξια δύναμη. Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι οι Κίνα και Κορέα βρίσκονταν σε παρακμή και αδυνατούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στα τεκταινόμενα της εποχής.
Η νίκη τώρα της Ιαπωνίας στον εν λόγω πόλεμο έφερε αυξημένο ενδιαφέρον για την Ιαπωνία. Οι πωλήσεις του «Μπουσίντο» αυξήθηκαν. Ήδη, μια νέα (ελαφρώς αναθεωρημένη) έκδοση είχε κυκλοφορήσει στη Αμερική, εντός του 1905. Το βιβλίο λάμβανε πολλές θετικές κριτικές και ο Νιτόμπε εδραίωνε τη φήμη του. Την Άνοιξη του 1905 κλήθηκε μάλιστα (με τη σύζυγό του) για ακρόαση από τον αυτοκράτορα.

Το 1906 διορίστηκε διευθυντής του φημισμένου 1ου Λυκείου του Τόκιο (第一高等学校)17. Αξίζει να αναφερθεί ότι αυτή ήταν μια δύσκολη περίοδος για την ιαπωνική κοινωνία, όπου το ζήτημα της ορθής διαπαιδαγώγησης των νέων συζητιόταν ευρέως. Στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι ο Νιτόμπε ήταν διάσημος στη νεολαία πρέπει να υπήρξε σημαντικός παράγοντας για την επιλογή του. Τοποθετήθηκε επίσης καθηγητής στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο.
Τα χρόνια του στο 1ο Λύκειο (1906-13) εφάρμοσε αρκετές νέες πρακτικές στη λειτουργία του σχολείου και φαίνεται ότι ήταν αρκετά δημοφιλής στους μαθητές (με εξαιρέσεις βεβαίως, όπως ο Ακουταγκάουα Ριουνόσουκε). Οι ομιλίες του ήταν ιδιαίτερα πετυχημένες και λέγεται ότι συχνά έκαναν το κοινό να κλαίει από συγκίνηση. Ταυτόχρονα όμως, αρκετοί ήταν και εκείνοι οι οποίοι άσκησαν κριτική στις επιλογές του.

Το 1908, το «Μπουσίντο» κυκλοφόρησε στα ιαπωνικά, συμβάλλοντας στη φήμη του Νιτόμπε. Και πάλι βεβαίως δεν έλειψε η κριτική. Ο φιλόσοφος και ποιητής Ινόουε Τετσουτζίρο (井上 哲次郎, 1856-1944) λ.χ. εξέφρασε το παράπονο ότι κάποιος τυχαίος εμφανιζόταν ως αυθεντία στην ηθική, αλλά και την τοπική φιλοσοφία. Παράλληλα, χωρίς την άδεια του Νιτόμπε, κυκλοφόρησε και μια νέα έκδοση του βιβλίου στο εξωτερικό.

Το 1909 ξεκίνησε να συνεργάζεται με το οικονομικό περιοδικό «Τζίτσου νο Νιχόν (実業之日本)», ως σύμβουλος-συντάκτης. Το 1911 του προτάθηκε να αναλάβει μια σειρά διαλέξεων στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο πλαίσιο ενός νέου προγράμματος ανταλλαγής. Αποδέχθηκε με ευχαρίστηση τη πρόταση.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες έδωσε διαλέξεις σε σημαντικό αριθμό πανεπιστημίων, όπως στα Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Πανεπιστήμιο του Σικάγου, Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, Πανεπιστήμιο της Μινεσότα κ.α.. Παράλληλα, τον καλούσαν για ομιλίες, εκτός προγράμματος, σε πανεπιστήμια, οργανισμούς και συλλόγους, ενώ κάποια στιγμή κάνοντας ένα διάλειμμα, μπόρεσε να ταξιδέψει στην κεντρική και νότια Αμερική (Κούβα, Βενεζουέλα κ.α.).
Τελειώνοντας τις υποχρεώσεις του (1912), αποφάσισε να ταξιδέψει στην Ευρώπη. Αναγκάστηκε ωστόσο, να επιστρέφει στην Ιαπωνία λόγω της επιδείνωσης της υγείας του αυτοκράτορα Μέιτζι (明治天皇, 1852-1912). Το 1913 παραιτήθηκε από τη θέση του στο 1ο Λύκειο και επικεντρώθηκε στη θέση του στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο.

Νιτόμπε Ιναζό. Φωτ.: National Diet Library, Japan

Πρέπει εδώ να αναφερθεί ότι ο Νιτόμπε θεωρούταν πλέον ειδικός στις αποικιακές σπουδές-πολιτικές. Στάλθηκε λ.χ. σε Κορέα και Ματζουρία για ερευνητικούς και συμβουλευτικούς σκοπούς σε οικονομικά κ.α. ζητήματα, όπως και σε αποστολές σε διάφορα μέρη της χώρας. Το 1916 ταξίδεψε επί έξι μήνες, στην Αυστραλία και κάποιες από τις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας για να μελετήσει τις γεωργικές συνθήκες εκεί. Όσον αφορά τις αποικίες, ο Νιτόμπε πίστευε ότι υπήρχαν θετικά στοιχεία στις πολιτικές που η Ιαπωνία ακολουθούσε. Οι αποικίες ούτε ήθελαν ούτε είχαν δώσει άδεια για την αποικιοποίησή τους. Η Ιαπωνία από την πλευρά της, προφανώς δεν ενεργούσε από καλοσύνη. Το όλο ζήτημα θα έπρεπε να είναι ένα «πάρε-δώσε» για το συμφέρον και πρόοδο όλων, πίστευε. Δεν ήταν όλα τέλεια, αλλά ήταν περισσότερα τα θετικά, υποστήριζε. Χώρες όπως η Κορέα, παρά τις δυνατότητες των κατοίκων τους, δεν ήταν σε θέση να διοικήσουν τον εαυτό τους και έπρεπε να μάθουν από την Ιαπωνία που τα είχε καταφέρει.
Σε γενικότερο επίπεδο, φαίνεται ότι ο Νιτόμπε ήταν ρεαλιστής και παρά το ότι ένιωθε συμπάθεια για τα διάφορα κοινωνικά κινήματα που προέκυπταν τα ταραχώδη χρόνια των δεκαετιών 1910-20, πίστευε ότι αυτά δεν είχαν κάποια πρακτική χρησιμότητα. Ο ίδιος δεχόταν το υπάρχον κοινωνικοπολιτικό σύστημα και εντός αυτού εργαζόταν, για την πρόοδο όπως πίστευε. Βεβαίως, είχε συχνά παράπονα ή διαφωνίες με ομοτίμους του συνήθως όμως, δεν τις εξέφραζε δημόσια ή δεν απαντούσε συχνά σε κριτικές, ενώ δεν έφτανε ποτέ σε επίπεδο ρήξης.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι την περίοδο 1911-19 κυκλοφόρησαν συνολικά εννέα του βιβλία (κάποια ως συλλογές άρθρων). Αυτά αφορούσαν ζητήματα όπως η αυτοκαλλιέργεια, οι διαπροσωπικές σχέσεις, η καθημερινότητα, το πως να ζει κανείς και η ηθική. Έγραψε ακόμη, ένα βιβλίο που απευθυνόταν στο γυναικείο κοινό, με τίτλο «Συστάσεις προς τις γυναίκες (婦人に勧めて)», ενώ συνέβαλε καθοριστικά και στην ίδρυση (1918) του Γυναικείου Πανεπιστημίου του Τόκιο (東京女子大学), του οποίου διετέλεσε πρώτος πρόεδρoς.
Κατά καιρούς, ο Νιτόμπε δημοσίευε και κάποια ακαδημαϊκά άρθρα ωστόσο, θεωρείται ότι ήταν περισσότερο καλός ομιλητής και λιγότερο καλός στη θεωρία. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο στόχος του, σε ακαδημαϊκό αλλά και γενικότερο επίπεδο (π.χ. στα άρθρα του) ήταν πάντα να προωθεί τις ηθικές του θέσεις και ιδέες και να παρέχει σχολιασμό και συμβουλές. Ιδίως δε στους νέους, οι οποίοι έπρεπε να συμβάλλουν επίσης στην όλη εθνική προσπάθεια, όπως πίστευε. Τα γραπτά του, όπως και φίλων, μαθητών και ακολούθων του (που αφορούσαν τις ομιλίες και ιδέες του) φαίνεται ότι διαβάζονταν ευρέως18.
Στην Ιαπωνία, ο Νιτόμπε είχε μια άνετη ζωή, την οποία δεν έκρυβε. Το σπίτι του είχε συχνά φιλοξενούμενους και καλεσμένους. Σε αυτό πραγματοποιούνταν διάφορες συναντήσεις, όπως λ.χ. μηνιαίες συγκεντρώσεις τοπικών μελετών, οργανωμένων με τον Γιαναγκίτα Κούνιο19 ή συμβουλευτικές συναντήσεις με μαθητές του, πολλούς από τους οποίους βοηθούσε να βρουν θέσεις εργασίας (κάποιοι αργότερα απέκτησαν υψηλά αξιώματα). Λέγεται ότι ακόμη και ξένοι τον επισκέπτονταν για να τον συμβουλευτούν.

Το 1917, συμμετείχε στην ίδρυση της Αμερικανο-Ιαπωνικής Εταιρείας (American-Japan Society), με προσωπικότητες όπως ο Σιμπουσάουα Εϊίτσι και ο Τακαχάσι Κορέκιγιο (高橋 是清, 1854-1936). Συμμετείχε (1918) επίσης, στην πρωτοβουλία του πρώτου, για τη δημιουργία θεματικής στο πρόγραμμα σπουδών του Πανεπιστημίου του Τόκιο, για το αμερικανικό σύνταγμα, την ιστορία και τη διπλωματία.
Το 1919 ζήτησε άδεια από το πανεπιστήμιο για να συνοδεύσει (με τη σύζυγό του) τον Γκότο σε μια περιοδεία σε Ευρώπη-Αμερική, στόχος της οποίας ήταν ουσιαστικά να δουν από «πρώτο χέρι» τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν μετά τον Πόλεμο (1ο Παγκόσμιο). Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού είχαν συναντήσεις με διάφορες σημαντικές προσωπικότητες, από ένα μεγάλο εύρος ειδικοτήτων και αξιωμάτων.

Το 1920, όταν ιδρύθηκε η Κοινωνία των Εθνών (πρόδρομος του Ο.Η.Ε.), ο Νιτόμπε τοποθετήθηκε στη Γενεύη, ως ένας από τους αναπληρωτές γενικούς γραμματείς της. Φαίνεται ότι δέχθηκε τη θέση με χαρά, ενώ έμεινε σε αυτή για εφτά χρόνια. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνος για τη δημιουργία (1922) της Επιτροπής Πνευματικής Συνεργασίας (Committee on Intellectual Cooperation), η οποία αποτέλεσε τον πρόδρομο της UNESCO. Σε αυτή συμμετείχαν ως μέλη, σημαντικοί επιστήμονες και προσωπικότητες της εποχής, όπως οι νομπελίστες Άλμπερτ Αϊνστάιν (1879-1955) και Μαρία Σκουοντόφσκα-Κιουρί (1867-1934). Τα χρόνια του στη Γενεύη, ο Νιτόμπε έχαιρε σεβασμού και πέρα από λίγες αρνητικές αναφορές, τα θετικά σχόλια για εκείνον επικρατούν.
Το 1924 πραγματοποίησε ένα ταξίδι λίγων μηνών στην Ιαπωνία. Αξίζει να αναφερθεί ότι επέλεξε να ταξιδέψει μέσω του Ινδικού ωκεανού και όχι μέσω των Η.Π.Α. λόγω της οργής του για τον νόμο περί μετανάστευσης20 που είχε τεθεί πρόσφατα σε εφαρμογή. Έγραφε μάλιστα την εποχή εκείνη, ότι δεν θα ξαναπάταγε το πόδι του στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι ο νόμος να αποσυρθεί. Στην Ιαπωνία πραγματοποίησε πολλές ομιλίες και συναντήσεις, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην προώθηση της Κοινωνίας στη χώρα.
Το 1925 διορίστηκε, τιμητικά, μέλος στην Αυτοκρατορική Ακαδημία (帝国学士院). Τον Δεκέμβρη του 1926 παραιτήθηκε από τη θέση του στην Κοινωνία και ουσιαστικά συνταξιοδοτήθηκε. Αφού πέρασε κάποιες ημέρες στη Γαλλική Ριβιέρα, επέστρεψε στην Ιαπωνία. Την ίδια χρόνια έγινε μέλος της «Άνω Βουλής (貴族院)».
Συνέχισε να γράφει, να δίνει ομιλίες και συμβουλές, ενώ ξεκίνησε να αρθρογραφεί στην αγγλική έκδοση της εφημερίδας «Όσακα Μαϊνίτσι (英文大阪毎日)», όπου μέσα από, συνήθως μικρά, κείμενα εξέφραζε τις απόψεις του για διάφορα ζητήματα. Αρθρογραφούσε ακόμη για την «Τόκιο νίτσι-νίτσι (東京日日新聞)», όπου έγραψε αρκετά αφιερώματα για σημαντικές προσωπικότητες (της Ιαπωνίας και του εξωτερικού). Ασχολούνταν τα χρόνια αυτά και λίγο περισσότερο με τα πολιτικά, ενώ διατηρούσε σχέσεις με δεκάδες οργανισμούς.

Το 1928 έγινε ο πρώτος διευθυντής του Γυναικείου Οικονομικού Κολλεγίου του Τόκιο (東京女子経済専門学校) -σήμερα Κολέγιο Μπούνκα Νιτόμπε (新渡戸文化短期大学)-, το οποίο ίδρυσε ο Μοριτόμο Κοκίτσι (森本 厚吉, 1877-1950), πρώην μαθητής του στην Αγροτική Σχολή του Σαππόρο. Το 1929 του ζητήθηκε να αναλάβει πρόεδρος του ιαπωνικού συμβουλίου του Ινστιτούτου Σχέσεων Ειρηνικού (Institute of Pacific Relations -IPR), στο οποίο ήταν ήδη διευθυντής ερευνών. Προήδρευσε στην 3η Διάσκεψη του Ειρηνικού που πραγματοποιήθηκε το ίδιο έτος, στο Κιότο, ενώ συνέχισε να συμμετέχει (λιγότερο ενεργά λόγω προβλημάτων υγείας) στις διασκέψεις (λάμβαναν χώρα κάθε δύο χρόνια) μέχρι το 1933 (5η στο Μπανφ του Καναδά), όταν πια η θέση της Ιαπωνίας στο Ινστιτούτο ήταν υπό αμφισβήτηση, ιδίως λόγω του ζητήματος της Μαντζουρίας και τις τεταμένες σχέσεις Ιαπωνίας-Κίνας21.

Τον Φλεβάρη του 1932 επισκέφτηκε το Σίκοκου, ύστερα από πρόσκληση ενός φίλου για ομιλίες (σε σχολείο κ.α.). Παράλληλα, έδωσε μια συνέντευξη σε μια τοπική εφημερίδα στη Ματσουγιάμα, στην οποία μεταξύ άλλων, άσκησε κριτική στο στρατό, όταν ρωτήθηκε για τα πρόσφατα γεγονότα στη Ματζουρία. Οι σχετικές με το θέμα δηλώσεις του είχε συμφωνηθεί να μη δημοσιευθούν. Ωστόσο, φαίνεται ότι λόγω κάποιας παρεξήγησης, αυτό δεν συνέβη. Ο Νιτόμπε δέχτηκε έντονη κριτική για τα σχόλιά του, ο ίδιος όμως προσπάθησε να μη συνεχίσει το θέμα.
Στη συνέντευξη, ο Νιτόμπε είχε ισχυριστεί ότι η χώρα κινδύνευε-καταστρεφόταν από τους κομμουνιστές και τη στρατιωτική κλίκα και ότι μεταξύ των δύο, η δεύτερη αποτελούσε μεγαλύτερο κίνδυνο. Επίσης, είχε σχολιάσει αρνητικά την εξήγηση της κυβέρνησης για τα πρόσφατα γεγονότα στην Κίνα. Κατηγορήθηκε λοιπόν ότι επέδειξε έλλειψη σεβασμού και πρόθεση να διασπάσει την ενότητα του έθνους, σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο. Το θέμα πήρε διαστάσεις και ύστερα από πολύ πίεση, ο Νιτόμπε απολογήθηκε επισήμως. Αξίζει να αναφερθεί ότι μέλη της επιτροπής λογοκρισίας τον επισκέφτηκαν ακόμη και στο νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν για ένα πρόβλημα υγείας, ζητώντας του εξηγήσεις. Σύμφωνα με κάποιους μελετητές, ο Νιτόμπε απολογήθηκε για λόγους ασφάλειας. Δεν ήταν λίγες οι φιγούρες της εποχής που γίνονταν στόχος (ή και θύματα) ακραίων, εθνικιστικών και άλλων, ομάδων. Μάλιστα, τις ημέρες εκείνες η οικία του ήταν φρουρούμενη από αστυνομικούς.

Αργότερα την ίδια χρονιά (1932), ξεκίνησε έναν γύρο ομιλιών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρ’όλο που ακόμη και το προηγούμενο έτος αρνούταν προσκλήσεις για εκεί, όταν του ζητήθηκε από την κυβέρνηση να πάει, φαίνεται ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί. Αυτή θα ήταν η τελευταία υπηρεσία που θα μπορούσε να προσφέρει στη χώρα, έγραψε σε ένα του γράμμα22. Φαινομενικά, ταξίδευε ως ανεξάρτητος μελετητής ωστόσο, η αποστολή του ήταν, μέσα από ομιλίες και συνεντεύξεις, να κερδίσει τη συμπάθεια των αμερικανών, καθώς η εικόνα της Ιαπωνίας στην Αμερική δεν ήταν καλή.
Η Ιαπωνία ήθελε ειρήνη και σταθερότητα, υποστήριζε στις συνεντεύξεις του (π.χ. στους New York Times). Λόγω των συνθηκών (υψηλοί προστατευτικοί δασμοί από άλλες χώρες και ανάγκη εξασφάλισης πρώτων υλών) η Ματζουρία ήταν απαραίτητη για τη χώρα, αλλά σκοπός της Ιαπωνίας ήταν να δημιουργηθούν συνθήκες ειρήνης και σταθερότητας, δήλωνε. Είχε ακόμη, συναντήσεις με σημαντικές προσωπικότητες, όπως με τον πρόεδρος Χέρμπερτ Χούβερ (1874-1964). Παρά όμως όλες του τις προσπάθειες, η κάλυψη των δραστηριοτήτων του από τα μέσα ήταν περιορισμένη και η κριτική αρκετή. Κατηγορήθηκε ότι υπέκυψε στο μιλιταριστικό κράτος και πως άφησε πίσω του το παρελθόν του. Ο Νιτόμπε της εποχής της Γενεύης δεν θα μπορούσε να λέει αυτά τα πράγματα, έγραφε λ.χ. μία χριστιανική εφημερίδα της εποχής.
Συνέχισε το ταξίδι του στον Καναδά, όπου πάλι είχε συναντήσεις με πολιτικές και άλλες φιγούρες της χώρας. Το ταξίδι του παρατάθηκε, καθώς έλαβε πρόσκληση να δώσει σειρά διαλέξεων στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ, ενώ παράλληλα, συνέχισε τις δραστηριότητές του (συνέδρια, συνεντεύξεις κ.ο.κ.) σε Η.Π.Α. και Καναδά.

Επέστρεψε για λίγο στην Ιαπωνία, στα τέλη Μαρτίου (1933)23. Αφού έδωσε αναφορά στον αυτοκράτορα, ταξίδεψε για λίγο στη χώρα, επισκεπτόμενος γνωστά του μέρη και φίλους.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τις ημέρες εκείνες, η Ιαπωνία αποσύρθηκε από την Κοινωνία των Εθνών. Οι Ιάπωνες πίστευαν ότι η στάση της αδικούσε τη χώρα. Ο Νιτόμπε από την πλευρά του, σε μια ομιλία του είπε ότι παρ’όλο που η αποχώρηση της Ιαπωνίας ήταν δικαιολογημένη, ο ίδιος συνέχιζε να πιστεύει ότι η Κοινωνία παρέμενε η μεγαλύτερη ελπίδα για την ευημερία του κόσμου. Ήταν το σπουδαιότερο κατόρθωμα των ανθρώπων, απλώς ως τέτοιο, ως ανθρώπινο δημιούργημα δηλαδή, είχε σφάλει. Όπως είχε κάνει όμως και η Ιαπωνία, καθώς δεν είχε επικοινωνήσει σωστά και αρκετά τη θέση της. Σε κάθε περίπτωση, ο Νιτόμπε ήταν αισιόδοξος ότι οι «σκοτεινές» ημέρες θα περνούσαν και πως το μέλλον θα έφερνε περισσότερη αλληλοκατανόηση.

Ύστερα τώρα από ένα σύντομο ταξίδι στη Μαντζουρία, ξεκίνησε τον Αύγουστο για τον Καναδά, ώστε να παραστεί στην 5η Διάσκεψη του Ειρηνικού. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού όμως, ένιωσε πόνους και γενικότερη αδιαθεσία. Μπόρεσε να ξεκουραστεί κάποιες μέρες (έχοντας πάλι στο πλευρό του τη σύζυγό του) και στη συνέχεια, συνέχισε τις δραστηριότητες του σε Η.Π.Α. και Καναδά. Τον Οκτώβρη (1933) κατέρρευσε στο ξενοδοχείο του στη Βικτώρια και πέθανε λίγες ημέρες αργότερα, στο νοσοκομείο. Η κηδεία του στην Ιαπωνία τελέστηκε με τιμές και παρουσίες από σημαντικές προσωπικότητες.

Ο Νιτόμπε, τόσο μέσω του εκπαιδευτικού και διπλωματικού του έργου, όσο και μέσω των γραπτών του, άφησε το στίγμα του σε μια ολόκληρη γενιά (και όχι μόνο). Πολλοί από τους μαθητές του ανέλαβαν αργότερα σημαντικά πόστα, εντός αλλά και εκτός της χώρας. Μπορεί κανείς να βρει πολλές αναφορές μαθητών και γνωστών του σε αυτόν και στην επιρροή που τους άσκησε. Σημαντική ήταν όμως και η συμβολή του στην εικόνα της Ιαπωνίας στο εξωτερικό. Το «Μπουσίντο» έγινε ένα βιβλίο που για πολλούς εξέφραζε το ιαπωνικό πνεύμα, το οποίο συχνά γεννούσε θαυμασμό στα μάτια του δυτικού κόσμου. Μπορεί μάλιστα να ειπωθεί ότι η «εικόνα» της Ιαπωνίας στο εξωτερικό ήταν κάτι πολύ σημαντικό για τον Νιτόμπε. Σύμφωνα με έναν μελετητή του, μία από τις βασικότερες αρχές του, ιδίως τα χρόνια που βρισκόταν εκτός της χώρας, ήταν «μην κάνεις κάτι που θα ντροπιάσει την Ιαπωνία».
Πρέπει να αναφερθεί βεβαίως, ότι αρκετοί είναι εκείνοι οι οποίοι δεν βλέπουν θετικά τη συμβολή του ή τον θεωρούν αφελή, ανιστόρητο και ρηχό στοχαστή. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η βαριά ήττα της Ιαπωνίας αποδεικνύουν, υποστηρίζουν κάποιοι, την αποτυχία των διπλωματικών του προσπαθειών. «Η γέφυρα του στον Ειρηνικό κάηκε» γράφει κάποιος χαρακτηριστικά. Η θέση του δε όσον αφορά το ζήτημα των ιαπωνικών αξιώσεων στην Ματζουρία, έχει χαρακτηριστεί μέχρι και ντροπιαστική για τους υποστηρικτές του.
Σε κάθε περίπτωση όμως, ο Νιτόμπε υπήρξε ένας άνθρωπος της εποχής του. Αποτελεί ένα παράδειγμα ατόμου που η κυβερνητική μηχανή της εποχής δεν μπορούσε να σπαταλήσει και το οποίο αξιοποίησε όπου μπόρεσε. Ο ίδιος από την πλευρά του, έγινε ένας κοσμοπολίτης, διεθνιστής, ο οποίος αναζήτησε τη διεθνή συνεργασία και αμοιβαία κατανόηση. Για να μπορεί κάποιος να είναι διεθνιστής, έλεγε, πρέπει να μπορεί να ριζώσει βαθιά στα πάτρια εδάφη. Έτσι μόνο θα μπορεί να σηκώσει το κεφάλι του και να κοιτάξει γύρω του, τον ευρύ κόσμο, ώστε να βρει που στέκεται και προς τα πού πρέπει να πάει.
Στο Βανκούβερ του Καναδά, υπάρχει ένας ιαπωνικός κήπος αφιερωμένος στη μνήμη του και ένα πέτρινο φανάρι Κασούγκα, που φέρει την επιγραφή: «Νιτόμπε Iναζό: Απόστολος καλής θέλησης μεταξύ των εθνών (apostle of goodwill to the nations.)».

Υποσημειώσεις

1 Έγινε Ότα Ιναζό. Το 1889 ωστόσο, ύστερα από το θάνατο του μεγαλύτερού του αδερφού, πήρε και πάλι το επίθετο Νιτόμπε.
2 Σημαντικός χριστιανός στοχαστής των περιόδων Μέιτζι (1868-1912) και Τάισο (1912-1926).
3 Βοτανολόγος με σημαντικό έργο στην περιοχή του Χοκάιντο.
4 Σήμερα τμήμα του Πανεπιστημίου του Χοκάιντο (北海道大学).
5 Το Κάιτάκουσι ήταν μια κυβερνητική υπηρεσία, επιφορτισμένη με τη διοίκηση, την οικονομική ανάπτυξη και τη διασφάλιση των βόρειων συνόρων. Ιδρύθηκε το 1869 και διαλύθηκε το 1882. Αργότερα, αντικαταστάθηκε από την Γραφείο της Διοίκησης του Χοκάιντο (北海道庁).
6 Λέγεται ότι ήταν στη συνέντευξη για την εισαγωγή του εκεί που ο Νιτόμπε δήλωσε πως θα ήθελε να «γίνει μια γέφυρα πάνω από τον Ειρηνικό (太平洋の橋になりたい)», μια διάσημη φράση που έχει συνδεθεί μαζί του.
7 Εκπαιδευτικός, διετέλεσε πρώτος πρόεδρος του Αυτοκρατορικού Πανεπιστημίου του Χοκάιντο.
8 Έχει γράψει ότι δεν του άρεσε το Βερολίνο, καθώς το «ηθικό επίπεδο» ήταν χαμηλό, ενώ οι Ιάπωνες που ήταν εκεί και υπέκυπταν σε αυτό, έβλαπταν την εικόνα της χώρας, όπως πίστευε.
9 Λέγεται ότι ο γάμος έγινε ύστερα από πολλές συζητήσεις, καθώς υπήρχαν διαφωνίες και ανησυχίες για τη τύχη-μέλλον του ζευγαριού.
10 Το σχολείο λειτουργούσε σε εντελώς εθελοντική βάση, με τους σπουδαστές της Αγροτικής Σχολής να έχουν κεντρικό ρόλο, ως καθηγητές Τα μαθήματα ήταν δωρεάν και όλα τα βιβλία παρέχονταν από το σχολείο. Λειτούργησε έως το 1940.
11 Στα Ελληνικά σήμερα, μπορεί να βρει κανείς το βιβλίο σε δύο εκδόσεις:
– «Μπουσίντο: Ο Κώδικας Των Σαμουράι» (1999), σε μετάφραση του Πολύδωρα Γ. Βύρωνα, από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
– «Μπουσίντο: Η Ψυχή Των Σαμουράι» (2003), σε μετάφραση του Σιαφαρίκα Θεόδωρου, από τις εκδόσεις ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ.
12 Χαρακτηριστικά, το «Μπουσίντο» έχει ανατυπωθεί περισσότερες από 100 φορές και έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες. Λέγεται ακόμη, ότι ο πρώην πρόεδρος των Η.Π.Α., Θεόδωρος Ρούζβελτ (1858-1919), εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από το βιβλίο που αγόρασε 60 αντίτυπα για να τα δώσει σε φίλους και συγγενείς.
13 Κάποιες από αυτές: Γερμανικά, Γαλλικά, Πολωνικά, Νορβηγικά, Κινεζικά. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται κάποιες φορές και η ελληνική ως μία από τις γλώσσες στις οποίες το «Μπουσίντο» μεταφράστηκε σχετικά νωρίς ωστόσο, δεν βρέθηκαν περισσότερες σχετικές πληροφορίες.
14 Η Ταϊβάν (Φορμόσα) παραχωρήθηκε στην Ιαπωνία με την υπογραφή, από τον τότε πρωθυπουργό Ιτό Χιρομπούμι (伊藤博文, 1841-1909), της Συνθήκης του Σιμονόσεκι (下関条約), η οποία ακολούθησε την νίκη της Ιαπωνίας στον 1ο Σίνο-Ιαπωνικό Πόλεμο (1894-5).
15 Φαίνεται ότι αρχικά είχε αρνηθεί δύο φορές.
16 Τα «Έιγκακου σίνπο -英学新報» (1901-3) και «Έιμπουν σίνσι -英文新誌» (1903-8).
17 Ήταν ένα προπαρασκευαστικό σχολείο υψηλού κύρους που ιδρύθηκε το 1874. Η εισαγωγή σε αυτό ήταν σημαντικό κατόρθωμα και οι απόφοιτοι του είχαν εξασφαλισμένη, πρακτικά, την είσοδό τους στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο.
18 Αξίζει να αναφερθεί ότι μία από τις τακτικές που ο Νιτόμπε συχνά εφάρμοζε στα γραπτά του έργα, ήταν να χρησιμοποιεί κάποιον (μαθητές κ.α.) για τη συγγραφή του κυρίως κειμένου (είτε υπαγορεύοντας τις σκέψεις του, είτε συγκεντρώνοντας σκόρπιες του σημειώσεις, άρθρα κ.ο.κ. για επιμέλεια) και στη συνέχεια, να προχωρά ο ίδιος στον έλεγχο τους και σε προσθήκες. Το «Μπουσίντο» λ.χ. γράφτηκε σε σημαντικό βαθμό με τη βοήθεια της Anna C. Hartshorne (1860- 1957).
19 Μία από τις ανησυχίες του Νιτόμπε σχετιζόταν με τις αγροτικές περιοχές και τη δυνατότητά τους να ακολουθήσουν την εκμοντερνοποίηση. Τι θα απογίνονταν όλες αυτές οι κοινότητες και παραδόσεις; Τι θα απογινόταν ο παραδοσιακός τους τρόπος ζωής; Έτσι, με τον Γιαναγκίτα ξεκίνησαν αυτές τις συζητήσεις (郷土会), οι οποίες από οικονομικά ζητήματα, σταδιακά επικεντρώθηκαν σε λαογραφικές μελέτες.
20 Το Immigration Act του 1924 ήταν νόμος ο οποίος τερμάτιζε τη μετανάστευση από την Ασία και καθόριζε ποσοστώσεις στον αριθμό των μεταναστών από την νότια και ανατολική Ευρώπη. Ακόμη και οι ασιάτες (ιδίως οι Ιάπωνες) που δεν είχαν προηγουμένως εμποδιστεί να μεταναστεύσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν γίνονταν πλέον δεκτοί.
21 Ο Νιτόμπε φαίνεται πως πίστευε ότι το Περιστατικό στη Ματζουρία (満洲事変, 1931) ήταν λάθος από την πλευρά της Ιαπωνίας και πως ο στρατός δεν θα έπρεπε να είναι ανεξέλεγκτος. Αλλά δεν εξέφρασε δημόσια κριτική και υποστήριζε την Ιαπωνική θέση στις διασκέψεις.
22 Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι δέχθηκε να πάει για να αποφύγει πιθανή επίθεση εναντίον του ή ακόμη και το θάνατο.
23 Χωρίς τη σύζυγό του, η οποία ύστερα από ένα καρδιακό επεισόδιο πριν από κάποιους μήνες, δεν μπορούσε ακόμα να ταξιδέψει.

 

Μαρία Γκουνγκόρ
Μαρία Γκουνγκόρ
Η Μαρία Γκουνγκόρ γεννήθηκε το 1990. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι διδάκτoρας στο τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η έρευνά της αφορά στην ιστορία της οικονομικής σκέψης της Ιαπωνίας των αρχών του 20ού αιώνα.

Η αναδημοσίευση περιεχομένου του GreeceJapan.com (φωτογραφιών, κειμένου, γραφικών) δεν επιτρέπεται χωρίς την εκ των προτέρων έγγραφη άδεια του GreeceJapan.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ