Εμφανίζονται ξαφνικά όταν το καλοκαίρι στην Ιαπωνία φτάνει στο αποκορύφωμά του, μετά το τσούγιου, τον μουσώνα και πριν τους τυφώνες. Θεωρητικά τις βρίσκεις πιο κοντά σε μέρη με νερό –λίμνες, ποτάμια, ορυζώνες ή ακόμα και απλές δεξαμενές μέσα στις πόλεις- όμως είναι τόσες πολλές που δεν περιορίζονται εκεί και μπορείς να τις δεις παντού, ακόμα και σε μέρη χωρίς καθόλου πράσινο, ακόμα και κάτω από τις γιγαντοοθόνες της Σιμπούγια και του Σιντζούκου. Δεν ενοχλούν κανέναν όμως τα παιδιά τις κυνηγούν μετά μανίας –όπως και όλα τα έντομα του καλοκαιριού άλλωστε- μαγεμένα από τα χρώματά τους και το αυθάδικο πέταγμά τους ακόμα και δίπλα στα πρόσωπα των ανθρώπων. Αναφέρομαι στα έντομα που στα ελληνικά λέμε «λιβελούλες», που στα αγγλικά έχουν το πιο ποιητικό όνομα «dragonfly» και που οι ιάπωνες αποκαλούν απλώς «τόμπο» (トンボ ή蜻蛉).
Το κάπως αστείο σημερινό τους όνομα, ωστόσο, ίσως δίνει μια εσφαλμένη εικόνα γι αυτές· οι λιβελούλες είχαν κατά καιρούς διάφορα ονόματα και έναν περίεργο πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιαπωνική ιστορία και λογοτεχνία: Στο «Νίχον Σόκι» του 720, το ιστορικό έπος που διηγείται τα πρώτα χρόνια της Ιαπωνίας ο πρώτος αυτοκράτορας Τζίμου είδε τη χώρα του από ψηλά, είπε «μοιάζει σα δύο λιβελούλες που ζευγαρώνουν» και της έδωσε το όνομα «Ακίτσου Σίμα», δηλαδή «Νησιά των Λιβελουλών»· είκοσι γενιές αργότερα, ο εικοστός πρώτος αυτοκράτορας Γιουράκου συμπάθησε τόσο πολύ τη λιβελούλα που έφαγε το κουνούπι που τον τσίμπησε ώστε να αποφασίσει να ονομάσει την πεδιάδα του Γιοσίνο, κοντά στη Νάρα «Ακιτσούνο», δηλαδή «Πεδιάδα των Λιβελουλών». Ένα από τα πρώτα λογοτεχνικά έργα του ιαπωνικού πολιτισμού είναι το «Καγκέρο Νίκι», το «Ημερολόγιο της Λιβελούλας» του 10ου αιώνα, ενώ «το πρώτο μυθιστόρημα του κόσμου», η «Ιστορία του Γκέντζι» δίνει το όνομά τους στο 52ο του κεφάλαιο έναν αιώνα μετά –από εκεί και μετά, τις βρίσκουμε σαν «κάτσου-μούσι» (勝虫ή «έντομο της νίκης») σαν στολίδια στις πανοπλίες των μπούσι και στα σπαθιά των σαμουράι και σαν πρωταγωνιστές σε αμέτρητα χαϊκού.
Γιατί; Δεν έχω καταφέρει να βρω κάποια πειστική εξήγηση οπότε προσφέρω την τριπλή δική μου: Κατ’ αρχάς είναι η πανταχού παρουσία τους, ακόμα και σε κάποιον που απλώς θα βρεθεί στην Ιαπωνία για μερικές μέρες την περίοδο που εμφανίζονται. Στη συνέχεια είναι η ωφελιμότητά τους –το αγαπημένο τους θήραμα είναι τα κουνούπια, ιδιαίτερα προβληματικά πλάσματα σε μια χώρα με τόσο πολλά νερά και ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των ιαπώνων είναι ότι είναι ωφελιμιστές. Και τέλος, είναι ένα σύμβολο ότι το καλοκαίρι τελειώνει και το φθινόπωρο πλησιάζει· σε έναν πολιτισμό που δίνει τόσο μεγάλο βάρος στις εποχές και στην εναλλαγή τους, κάθε τι που σηματοδοτεί την εναλλαγή αυτή, ακόμα και αν δεν είναι παρά ένα απλό έντομο, δεν μπορεί παρά να τύχει ιδιαίτερης προσοχής που συχνά μοιάζει να πλησιάζει τα όρια της λατρείας.