Κάθε φορά που περνάει κανείς κάτω από τις τέσσερις γιγάντιες πύλες του ρυθμού πάι-φανγκ (牌坊) που ορίζουν τις εισόδους της Τσάιναταουν της Γιοκοχάμα, βλέπει εξόφθαλμα και σε όλη της την έκταση τη μεγάλη, ανομολόγητη αλήθεια των Ιαπώνων: την τεράστια επιρροή που έχει ασκήσει στον πολιτισμό τους, ο πολιτισμός του γίγαντα της Ανατολικής Ασίας. Και παρότι, όπως και όλες οι Τσάιναταουν στον κόσμο, το Τσούκα-γκάι (中華街) της Γιοκοχάμα δεν είναι στην ουσία παρά ένα απέραντο εστιατόριο και κατάστημα για εξωτικά σουβενίρ, όποιος έχει μείνει έστω και λίγο στην Ιαπωνία θα συνειδητοποιήσει ότι πολλά από όσα βλέπει –η γραφή, η αρχιτεκτονική, η κουζίνα, το ντύσιμο- και από όσα δε βλέπει –η οργάνωση της κοινωνίας, η φιλοσοφία, η θρησκεία, η αισθητική- υπάρχουν και εκεί και πιθανότατα υπήρχαν εκεί πολύ πριν δημιουργηθεί αυτό που σήμερα ονομάζουμε «Ιαπωνία».
Όχι ότι αυτό είναι κατ’ ανάγκη κακό: όπως έχω γράψει επανειλημμένως σε προηγούμενα «Γράμματα» οι Ιάπωνες εσωτερίκευσαν τα στοιχεία που πήραν από τους Κινέζους και τα μεταμόρφωσαν σε κάτι αρκετά διαφορετικό –και σε μερικές περιπτώσεις, απολύτως διαφορετικό. Όμως κάθε φορά που βλέπει κανείς κάτι αυθεντικά κινεζικό μπορεί, αν επιστρατεύσει τη φαντασία του, να μαντέψει (ή έστω, να υποθέσει) την εξελικτική διαδικασία που μεσολάβησε από την πρώτη τους καταγεγραμμένη επαφή το 57 μ.Χ., όταν ο αυτοκράτορας Γκουανγκβού της δυναστείας Χαν χάρισε μια χρυσή σφραγίδα στον «Βασιλιά της επαρχίας Να της χώρας Ουά». Και μαζί, χάρισε στην Ιαπωνία την πρώτη ονομασία της: το «ουά» (倭) που σημαίνει, περίπου, «αρμονία», παραμένει ακόμα και σήμερα –αν και πλέον με το ιδεόγραμμα «和»- η λέξη με την οποία οι Ιάπωνες αναφέρονται σχεδόν σε κάθε τι που σχετίζεται με τη χώρα τους και τον πολιτισμό της.
Έγραψα ότι χρειάζεται φαντασία γιατί διαφορές υπάρχουν και συχνά είναι αρκετά μεγάλες∙ δεν έχω πάει στην Κίνα οπότε η άποψή μου είναι, προφανώς, περιορισμένη, όμως η εικόνα της που βλέπω στο Τσούκα-γκάι είναι σαφώς πιο θορυβώδης, πιο φανταχτερή, πιο πιεστική και πιο μεγαλόπρεπη από αυτή της Ιαπωνίας. Όμως ταυτόχρονα θα πρέπει κανείς να είναι ιδιαίτερα προκατειλημμένος για να παραβλέψει ότι η υπαινικτική Ιαπωνία διατηρεί έναν εαυτό εξίσου πολύχρωμο και φασαριόζικο με αυτόν των κινέζων πολιτισμικών προγόνων της. Και αυτό είναι ίσως η ατράνταχτη απόδειξη ότι η σχέση τους είναι πολύ πιο βαθιά και οργανική από όσο θα ήθελαν οι καθαρολόγοι των ιαπωνικών νησιών, τόσο οι εξωστρεφείς με τις πολιτικές ιαχές, όσο και οι πιο αθόρυβοι που πιθανότατα αποτελούν και την πλειονότητα του ιαπωνικού λαού: ο ναός Καντέι-μπιό του Τσούκα-γκάι μπορεί να μη μοιάζει καθόλου με το Κιγιομίζου-ντέρα του Κιότο αλλά δεν απέχει παρά μια ανάσα από το Κάντα Μιότζιν του Έντο/Τόκιο.