Μια μεγάλη παρεξήγηση αποτελεί η ιδέα ότι το χάικου αποτελεί την ποιητική έκφραση της βουδιστικής Σχολής που είναι γνωστή ως Ζεν και ότι, συνεπώς, πρέπει να ερμηνευθεί με βάση αυτό. Το χάικου υπήρξε κι αυτό θύμα της αντίληψης που εγκαινίασε ο Σουζούκι, ότι το Ζεν είναι η κατεξοχήν θρησκεία της Ιαπωνίας και ότι όλος ή ο ανώτερος (κατ’ αυτόν) πολιτισμός της Ιαπωνίας οφείλει την έμπνευσή του στο Ζεν. Η απομύθευση αυτής της πρότασης του Σουζούκι, που αποτέλεσε για μεγάλο διάστημα ένα είδος έμμονης ιδέας ή μόδας, έχει γίνει από καιρό, αλλά σε λαϊκό επίπεδο ακόμα διατηρείται και συνεχώς αναβιώνει. Όσον αφορά ιδιαίτερα το χάικου, μ’ όλο που όχι μόνο σοβαροί συγγραφείς των μεταπολεμικών δεκαετιών όπως ο R. H. Blyth, αλλά ακόμα και μεγάλα ονόματα της ιαπωνικής φιλολογίας, όπως ο Jin’ ishi Konishi ή ο Earl Miner έπεσαν στην παγίδα, άλλοι (όπως π.χ. ο Shuichi Kato) την απέφυγαν και παρουσιάζουν ερμηνείες του χάικου χωρίς ν’ αναφέρουν καν τη λέξη Ζεν. Οι σύγχρονοι Ιάπωνες αλλά και δυτικοί φιλόλογοι ακολουθούν αυτή τη γραμμή.
Κάποιες παρατηρήσεις που δείχνουν τη σφαλερότητα της θεώρησης του χάικου ως της ποιητικής έκφρασης του Ζεν, παραθέτομε στη συνέχεια. Μια τέτοια παρατήρηση είναι ότι οι συγγραφείς που κατέχονται από αυτή την ιδέα θεωρούν όχι κάποια, αλλά το σύνολο των χάικου της ιστορικής περιόδου ως τέτοιας έκφρασης. Πρόκειται για μια αυθαίρετη ιδέα, που δεν δικαιώνεται από την πραγματικότητα. Μπορεί να αναφέρει κανείς αναρίθημα χάικου, που προφανέστατα δεν έχουν κάποια σχέση με το Ζεν. Π.χ. στο γνωστό χάικου του Μπασό, καθώς στέκεται νύχτα μπροστά στη θάλασσα, έχοντας απέναντί του το νησί Σάντο: Araumi ya – Sado ni yokotaru – amanogawa = Τρικυμισμένη θάλασσα – μέχρι το Σάντο φτάνει – ο γαλαξίας, μόνο με πολλή φαντασία θα εύρισκε κανείς κάποια σχέση με το Ζεν.
Συνήθως η ερμηνεία του χάικου, που γίνεται με βάση αυτή την πρωταρχική ιδέα, παίρνει τον εξής δρόμο: Ξεκινά από την κατεστημένη ιδέα ότι το χάικου εκφράζει το Ζεν. Εφόσον έτσι έχει το πράγμα, τι το Ζεν; Εδώ αρχίζουν οι ορισμοί του Ζεν. Το Ζεν επιδιώκεται να οριστεί μέσα από τον εντοπισμό του περιεχομένου του, ο οποίος μετά μεταφέρεται στο χάικου, με την πρόταση ότι αυτό θέλει να εκφράσει. Ωστόσο, αρχίζει και η σύγχυση, την οποία προκαλεί η πολλότητα των ορισμών που προκύπτουν. Αυτή, με τη σειρά της προέρχεται από το ότι πολλά διαφορετικά πράγματα αναγνωρίζονται ως το περιεχόμενο του Ζεν: Ζεν είναι η απόλυτη αμεσότητα∙ η ιδέα ότι τα πάντα βρίσκονται σε σχέση∙ το στιγμιαίο της ύπαρξης∙ η ενότητα των πάντων∙ η διαλεκτική του ενός και των πολλών κ.ο.κ. Εφόσον υπάρχουν πολλά Ζεν, αυτό είναι φυσικό. Ωστόσο, οι άνθρωποι που νομίζουν ότι υπάρχει μόνο “το” Ζεν, ένα Ζεν, παρουσιάζουν όλες μαζί στα κείμενά τους αυτές τις ιδέες ως το περιεχόμενο “του Ζεν” με αποτέλεσμα όποιος τα διαβάζει να περιέρχεται σε σύγχυση. Σπανιότερα συμβαίνει να παίρνουν μία μόνο από αυτές και να θεωρούν μόνο αυτήν ως “το Ζεν”.
Συχνά μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι αυτές οι αντιλήψεις προέρχονται από μια ανάποδη διαδικασία, δηλαδή κάτι αναγνωρίζεται πρώτα ως το κύριο χαρακτηριστικό του χάικου, και στη συνέχεια (εφόσον το χάικου προέρχεται από το Ζεν…) αναγνωρίζεται και ως κύριο χαρακτηριστικό του Ζεν. Συνήθης τέτοια περίπτωση είναι η αναγνώριση της συντομίας, ως του κύριου χαρακτηριστικού του χάικου. Η συντομία αναγνωρίζεται όχι μόνο στη φόρμα, αλλά και στο περιεχόμενο, εφόσον αυτό απομονώνει και εκφράζει μια στιγμή του χρόνου. Ακολούθως θεωρείται ότι το Ζεν, ακριβώς έχει ως κύρια ιδέα του το στιγμιαίο (που εκφράζει το φευγαλέο) της ύπαρξης και ότι (επιστρέφοντας ξανά στο χάικου) αυτό θεωρείται ότι εκφράζει αυτή την ιδέα του Ζεν.
Ωστόσο, ενώ σίγουρα το χάικου συλλαμβάνει και εκφράζει στιγμές, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να εκφράσει αυτή την ιδέα, αυτό δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι την εκφράζει ως ιδέα του Ζεν. Για να συμβαίνει αυτό θάπρεπε να υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι το χάικου πραγματικά έχει αυτό το σκοπό. Ένα τέτοιο στοιχείο θα ήταν βέβαια η μαρτυρούμενη, άμεσα ή έμμεσα, από τον συγγραφέα τέτοια επιρροή, η λεγόμενη εσωτερική μαρτυρία. Ελλείψει αυτής, κάποια άλλη, έστω και λιγότερο ισχυρή, όπως π.χ. η προέλευσή του από κύκλους του Ζεν. Όμως, όπως είδαμε, η προέλευσή του δεν έχει σχέση με το Ζεν. Κάλλιστα η απομόνωση του χόκκου και η έκφραση μιας στιγμής που αυτή έχει ως αποτέλεσμα, μπορεί να προήλθε από την παρατήρηση της δύναμης που έχει μια τέτοια έκφραση, της ισχυρής εντύπωσης που μπορεί να δημιουργήσει ή, ακόμα, από την παρατήρηση ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τεχνικό μέσο για να υποβάλει, δηλαδή ν’ αφήσει τον αναγνώστη του να δημιουργήσει την υπόλοιπη εικόνα από μόνος του. Κανείς μπορεί επίσης να δεί μόνος του, πως το στιγμιαίο του χάικου, αντί να είναι το ίδιο το κύριο χαρακτηριστικό, αντίθετα, υπηρετεί το περιεχόμενο, δηλαδή την ιδιαίτερη εικόνα, κατάσταση κ.λπ. που περιγράφει και, στη συνέχεια, το αίσθημα που αυτή δημιουργεί και θέλει να αναδημιουργήσει στον αναγνώστη, προσδίδοντας δύναμη και στα δύο. Ο Μπασό ασχολήθηκε ένα διάστημα με τον διαλογισμό τύπου Ζεν, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι αυτό συνέβη όταν ήδη είχε γίνει διάσημος δημιουργός χάικου.
Μια άλλη περίπτωση “ανάποδου”, δηλαδή προερχόμενου από το χάικου, αποδιδόμενου στη συνέχεια στο Ζεν, και μετά και πάλι στο χάικου ως προερχόμενο από αυτό, μπορούμε να δούμε στην περίπτωση που όχι πια η φόρμα, αλλά ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο θεωρείται ως το κύριο χαρακτηριστικό του χάικου. Αυτό είναι η έμφαση σε ένα στοιχείο μέσα από την προβολή του αντιθέτου του. Το γνωστό χάικου με τον βάτραχο που πηδάει στην παλιά δεξαμενή, οπότε ο ήχος που παράγεται υποβάλει με ένταση τη σιωπή που ακολουθεί, είναι το συνηθέστερο παράδειγμα. Αυτή η σιωπή έχει ερμηνευθεί συχνά ως η “κενότητα” που προβάλλουν κάποιες Σχολές του Μαχαγιάνα Βουδισμού συμπεριλαμβανομένου και του Ζεν. Και ενώ, από τη σιωπή στη μαχαγιανική κενότητα είναι μια μάλλον μακρυνή απόσταση, και ενώ η σιωπή, μαζί με το αίσθημα που υποβάλει μπορεί κάλλιστα η ίδια ν’ αποτελεί το θέμα, συχνά η ερμηνεία που δίνεται είναι ότι το χάικου εκφράζει την ιδέα της διαλεκτικής ταύτισης ύπαρξης και κενότητας ή μορφής και αμορφίας, όπως αυτή εκφράζεται στη μαχαγιανική γραμματεία που είναι γνωστή ως “Σούτρες της Υπέρτατης Σοφίας” (prajnaparamita) εκ των οποίων γνωστότερη η Hridaya Sutra όπου η φράση “η μορφή είναι καθαυτήν η κενότης, και η κενότης είναι καθαυτήν η μορφή”, που έχει περάσει και στο Ζεν.
Για να είμαστε μέσα στα πράγματα και να μην πετάμε, ας ληφθεί, σ’ αυτή τη συνάφεια, υπόψη το γεγονός είναι ότι η έμφαση σε κάτι με σκοπό να τονισθεί κάτι άλλο είναι μια στρατηγική που απαντάται συχνά στην ιαπωνική ποίηση -και πεζογραφία – και δεν είναι αποκλειστικότητα του χάικου. Κυρίως, όμως, η πρόταση ότι όλα τα χάικου, το χάικου στο σύνολό του, έχει σκοπό να εκφράσει αυτή την ιδέα είναι εντελώς εκτός πραγματικότητος: χάικου που χρησιμοποιούν αυτή τη στρατηγική υπάρχουν, αλλά είναι μόνο κάποια και, σίγουρα, όχι όλα.
Θα μπορούσε κανείς να προσαγάγει πολλά ακόμα επιχειρήματα εναντίον αυτής της κατεστημένης ιδέας, που έχει πάρει τη μορφή δεοντολογίας και αναγκάζει (ή οδηγεί ασυνείδητα, εφόσον θεωρείται αδιερώτητα ως ισχύουσα) τους μελετητές του χάικου να επιβάλουν a priori αποφασισμένες και κατά κανόνα άσχετες απ΄τα ίδια τα ποιήματα φαντασιακές ερμηνείες καταγόμενες από “το Ζεν”. Στα όρια του παρόντος θεωρούμε ωστόσο ότι οι παραπάνω αρκούν.
Στο 3ο μέρος: «Το χάικου μετά τον Μπασό»