Καθώς ο χρόνος πλησιάζει προς το τέλος του, το Τόκιο θυμάται τον παλιό του εαυτό, τότε που οι άνθρωποι ήταν πολύ πιο προληπτικοί και προσπαθούσαν να εξευμενίσουν τα κάμι, τις μικρές και μεγάλες θεότητες που κατοικούν στην πεδιάδα του Κάντο και στα γειτονικά της βουνά ελπίζοντας σε μια νέα χρονιά χωρίς σεισμούς, φωτιές και αρρώστιες. Ιδιαίτερα στις ανατολικές περιοχές της πόλης, μακριά από τους ουρανοξύστες και τη βιομηχανία της μόδας, τα μαγαζιά γεμίζουν από τα χρώματα της περιόδου της πρωτοχρονιάς: το σκούρο πράσινο του πεύκου, το ανοιχτό πράσινο του φρέσκου μπαμπού, το μπεζ των ιερών σκοινιών σιμενάουα (注連縄), το λευκό των χάρτινων αστραπών σίντε (紙垂), το χρυσό των δεματιών ρυζιού ταουάρα (俵) και το κόκκινο του κινέζικου λιονταριού σίσι (獅子) –σε πείσμα της υπαινικτικής αισθητικής της αυτοκρατορικής αυλής του Κιότο, οι Εντόκο (江戸っ子), τα «παιδιά του Έντο» αισθάνονταν πάντα πολύ πιο άνετα μέσα στην πολυχρωμία και την υπερβολή.
Ένα μέρος εκείνης της υπερβολής που δυστυχώς χάθηκε πριν από αιώνες ήταν τα Τόσι νο Ίτσι (歳の市), τα παζάρια για το τέλος του χρόνου∙ λέω «δυστυχώς» γιατί από τις εικόνες που έχουμε γι αυτά, πρέπει πράγματι να ήταν εντυπωσιακά. Όσοι ωστόσο βρεθούν στο Τόκιο το δεύτερο δεκαήμερο του Δεκέμβρη, μπορούν να πάρουν μια γεύση για το πώς πρέπει να ήταν η πόλη εκείνες της μέρες αν περάσουν από το Χαγκοΐτα Ίτσι (羽子板市), ένα ιδιόμορφο παζάρι που ειδικεύεται σε ένα μόνο αντικείμενο, τις ρακέτες του παλιού παιχνιδιού χανετσούκι (羽根突) που ονομάζονται «χαγκοΐτα» και που τους τελευταίους δυόμιση αιώνες έχουν ταυτιστεί με το Καμπούκι και τους ηθοποιούς του καθώς η μακρόστενη επιφάνειά τους είναι διακοσμημένη με κατασκευές από ύφασμα και χαρτί που τους απεικονίζουν στους πιο διάσημους ρόλους τους.
Κατά κανόνα οι χαγκοΐτα δεν αγοράζονται από ιδιώτες –πιο πολύ θα τις βρει κανείς σε καταστήματα παρά σε σπίτια, εκτός αν πρόκειται για το σπίτι κάποιου φανατικού φίλου του Καμπούκι. Όμως τις τρεις μέρες που διαρκεί το Χαγκοΐτα Ίτσι, το πλήθος που μαζεύεται στην περιοχή μπροστά και γύρω από το Σενσότζι της Ασακούσα είναι τεράστιο∙ δεν έχω καταλάβει ακριβώς γιατί όμως όσο περνάει ο καιρός τείνω να καταλήξω ότι πρόκειται για ένα ακόμα από τα πολλά τελετουργικά που κάνουν τους ιάπωνες να αισθάνονται ιάπωνες: η χαγκοΐτα είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αντικείμενα του πολιτισμού τους, λόγω της διπλής της αξίας της σαν φυλαχτού και υπόσχεσης ευημερίας όσο και σαν μέσου προβολής μερικών από τις πιο αδιαμφισβήτητα ιαπωνικές εικόνες. Ακόμα και αν δεν τις αγοράζουν, θέλουν να βρεθούν στο χώρο που πωλούνται και να αισθανθούν ότι δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα από την εποχή που το Καμπούκι απεικόνιζε την επικαιρότητα∙ μπροστά στην προοπτική μιας νέας χρονιάς, η υπενθύμιση του παρελθόντος είναι επιτακτικά αναγκαία.