
Το τάτσι-γκούι (立ち食い) είναι από εκείνες τις ιαπωνικές συνήθειες που παρότι αρχικά ξενίζουν τους επισκέπτες γίνονται εύκολα αποδεκτές επειδή ταιριάζουν με τα στερεότυπα των δυτικών για τους ιάπωνες: η ζωή τους είναι ένας μόνιμος αγώνας ταχύτητας με το χρόνο οπότε είναι αναπόφευκτο να τρώνε όρθιοι στριμώχνοντας ένα γεύμα στο πεντάλεπτο που μεσολαβεί από τη στιγμή που φτάνουν στην πλατφόρμα του σταθμού ως τη στιγμή που φτάνει το τρένο ή στο δεκάλεπτο που απομένει από το μεσημεριανό τους διάλειμμα. Και, βεβαίως, η παραπάνω σκέψη οδηγεί στη σύγκριση η οποία, βεβαίως, είναι υπέρ όλων ημών που έχουμε αντιληφθεί το νόημα της ζωής και δεν ισοπεδώνουμε τις μικρές καθημερινές απολαύσεις όπως το φαγητό χάριν της δουλειάς μας∙ όπως λέει και το γνωστό κλισέ, αντίθετα από τους ιάπωνες, εμείς σταματάμε πού και πού για να μυρίσουμε τα τριαντάφυλλα.
Όπως όλα τα στερεότυπα, και το παραπάνω έχει μια δόση αλήθειας: πράγματι στο Τόκιο και στις περισσότερες μεγάλες πόλεις, η ζωή των ιαπώνων καθορίζεται από το χρόνο και πράγματι οι άνθρωποι προσπαθούν να χωρέσουν στα ακάλυπτα από τη δουλειά και τις οικογενειακές και κοινωνικές υποχρεώσεις κομμάτια του όσο περισσότερα πράγματα μπορούν. Το φαγητό είναι συχνά ένα από αυτά τα πράγματα και ήταν έτσι από την εποχή που το Έντο άρχισε να διεκδικεί τη θέση του στον κατάλογο των μεγαλουπόλεων του τότε γνωστού κόσμου∙ τότε ήταν που το σούσι μεταλλάχτηκε από φαγητό πιάτου σε finger food ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να το τρώνε στο πόδι και να μπορέσουν να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Και η παράδοση αυτή διατηρείται ως σήμερα στα αμέτρητα εστιατόρια τάτσι-γκούι που βρίσκει κανείς μέσα και γύρω από τους σταθμούς των τρένων.
Το σημείο στο οποίο διαφωνώ, ωστόσο, είναι το ότι επειδή οι ιάπωνες είναι διατεθειμένοι να καταβροχθίσουν μια γαβάθα σόμπα όρθιοι στον πάγκο ενός τέτοιου εστιατορίου ή στο δρόμο έξω από αυτό, δεν προλαβαίνουν να το απολαύσουν. Κατά τη γνώμη μου συμβαίνει το ακριβώς ανάποδο: επειδή ξέρουν ότι το γεύμα τους μπορεί να διαρκέσει μόνο πέντε-δέκα λεπτά, μαθαίνουν να δίνουν σημασία στο φαινομενικά ασήμαντο αυτό χρονικό διάστημα. Όπως οι ποιητές των χάικου καταφέρνουν να ξεζουμίσουν τη μέγιστη δυνατή αξία από τα 5 συν 7 συν 5 «ον» που αποτελούν τη φόρμα του μέσου τους, οι χιλιάδες υπάλληλοι, φοιτητές και νοικοκυρές που ενσωματώνουν στη ροή της κίνησής τους το δεκάλεπτο του τάτσι-γκούι, καταφέρνουν να πετύχουν -και συχνά χωρίς να το κάνουν θέμα- την απόλυτη εγρήγορση που σε πολλούς έρχεται μετά από χρόνια διαλογισμού ή άλλων παρόμοιων ασκήσεων. Με το τάτσι-γκούι οι ιάπωνες όντως «σταματάνε για να μυρίσουν τα τριαντάφυλλα» –απλώς μάλλον έχουν αντιληφθεί ότι αν έχεις απόλυτη συναίσθηση της στιγμής, το μύρισμα δε χρειάζεται περισσότερα από μερικά λεπτά.