
Χτίστηκε αρχικά το 1889, καταστράφηκε το 1921 από φωτιά, ξεκίνησε να χτίζεται ξανά το 1922 αλλά καταστράφηκε το 1923 από το Μεγάλο Σεισμό του Κάντο, χτίστηκε πάλι το 1924 αλλά καταστράφηκε από τους βομβαρδισμούς των συμμάχων το 1945 και χτίστηκε ξανά για μια ακόμα φορά το 1950· αυτή τη φορά, άντεξε ως το 2010, οπότε και κατεδαφίστηκε εθελούσια από την ιδιοκτήτρια εταιρεία Σοτσίκου, προκειμένου να φτιαχτεί καλύτερο, πιο αντισεισμικό, με πιο εύκολη πρόσβαση για ηλικιωμένους (οι οποίοι αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι του κοινού του) και άτομα με ειδικές ανάγκες και καλύτερα καμαρίνια για τους ηθοποιούς. Το Καμπούκι-ζα, το ειδικό θέατρο του Τόκιο για το καμπούκι, έχει τη δική του πολυτάραχη ιστορία, εξίσου δραματική με τα έργα που παίζονται στην αίθουσά του.
Δεν είχα την τύχη να το ζήσω· το επισκέφθηκα μόνο μια φορά, κατά τη διάρκεια των «Σαγιονάρα Κόουεν», των αποχαιρετιστήριων παραστάσεων που δόθηκαν στο διάστημα από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο του 2010 (από όπου και η φωτογραφία). Και πιθανότατα, η φόρτιση που προερχόταν από το ότι επρόκειτο για την πρώτη φορά που έβλεπα ζωντανά καμπούκι, από το ποιοι ηθοποιοί έπαιζαν (πραγματικοί γίγαντες του είδους) και τι έργα έπαιζαν στις παραστάσεις εκείνες (ουσιαστικά, μια ανθολογία του καμπούκι) αλλά και από την επικείμενη κατεδάφισή του, έχουν συμβάλει στο να το θυμάμαι ως κάτι πολύ πιο συναρπαστικό από ό,τι μάλλον ήταν· κρίνοντας από τα παράπονα των φανατικών φίλων του καμπούκι, το παλιό θέατρο χρειαζόταν την αλλαγή που είναι σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή και που θα ολοκληρωθεί ως την άνοιξη του 2013.
Οι μακέτες που δείχνει η Σοτσίκου, δείχνουν μόνο το εξωτερικό του νέου Καμπούκι-ζα το οποίο, μετά από σωρεία συζητήσεων και διαμαρτυριών, θα είναι ίδιο με το παλιό, πράγμα που σημαίνει ότι από πλευράς εμφάνισης τουλάχιστον, το θέατρο δε θα αλλάξει. Και παρότι είμαι σίγουρος ότι κάποιοι θα νοσταλγούν το παλιό θέατρο, αυτή η «μη-αλλαγή αλλαγή» δε θα αργήσει να γίνει ευρέως αποδεκτή, καθώς είναι ενδεικτική των παραδοσιακών πραγμάτων στην Ιαπωνία: αυτό που διατηρείται είναι τα μέρη εκείνα της εμφάνισης αλλά και του περιεχομένου που είναι αναγκαία για να μη χαθεί η ουσία· οτιδήποτε πέρα απ’ αυτά, αλλάζει ανελέητα. Και ίσως αυτός να είναι ο λόγος που το Τόκιο, μια πόλη στην οποία ελάχιστα πράγματα έχουν ηλικία μεγαλύτερη των πενήντα χρόνων, καταφέρνει να πατάει με το ένα της πόδι στο μέλλον και με το άλλο στο παρελθόν.