
Κάθε φορά που ακούν για κάποιο σεισμό στην Ιαπωνία (και ιδιαίτερα αν ο σεισμός είναι αρκετά μεγάλος όπως ο προχθεσινός που είχε μέγεθος 8,5), συγγενείς, φίλοι και γνωστοί σπεύδουν να επικοινωνήσουν μαζί μου για να σιγουρευτούν ότι είμαι καλά –απολύτως κατανοητό (κι εγώ στη θέση τους θα έκανα το ίδιο) και πολύ ζεστό και ευχάριστο. Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι, ωστόσο, είναι ότι οι ιδιαιτερότητες της Ιαπωνίας επεκτείνονται και στο θέμα των σεισμών –προφανώς όχι σε ό,τι αφορά τους ίδιους τους σεισμούς αλλά σε ό,τι αφορά την καταγραφή τους, την ενημέρωση προς το κοινό σχετικά μ’ αυτούς και τον βαθμό προετοιμασίας που υπάρχει για την περίπτωση που θα συμβούν. Αφήνοντας κατά μέρος το φόβο της στιγμής που συμβαίνει, οι πιθανότητες να πάθει κανείς κάτι από τον ίδιο το σεισμό (και όχι π.χ. από ένα τσουνάμι που μπορεί να τον ακολουθήσει –και που δεν είναι κάτι τόσο συνηθισμένο) είναι πραγματικά μικρές.
Αυτό που μπερδεύει την κατάσταση, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για τους ανθρώπους που επικοινωνούν μαζί μου από την Ελλάδα, είναι ότι πέραν της αβυσσαλέας διαφοράς ως προς τις υποδομές και ως προς την αντιμετώπιση τόσο των πολιτών όσο και των ΜΜΕ, διαφοράς που τελικά αρκεί για να αφοπλίσει το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα κάθε φυσικής καταστροφής, αυτό του πανικού, υπάρχει μια διαφορά και ως προς την ίδια την καταγραφή των σεισμών εκ μέρους των σεισμολόγων –ή, πιο σωστά, ως προς την ενημέρωση του κοινού. Αντί για την κλίμακα Ρίχτερ (η οποία παρεμπιπτόντως έχει αντικατασταθεί από μια άλλη που ονομάζεται «MMS») που εκτός επιστημονικής κοινότητας δεν έχει κανένα πρακτικό αντίκρισμα, η Μετεωρολογική Υπηρεσία της Ιαπωνίας, ο φορέας που ευθύνεται για την καταγραφή των σεισμών και για τη σχετική ενημέρωση χρησιμοποιεί μια άλλη κλίμακα που ονομάζεται «Σίντο» (震度) και που μετράει την ένταση του σεισμού κατά τόπους και σε σχέση με τις πραγματικές επιπτώσεις της στους ανθρώπους.
Ο σεισμός που έγινε προχθές ήταν μεν μεγέθους 8,5 (ή Μ8,5 στην κλίμακα MMS –όχι Ρίχτερ) όμως στο Τόκιο είχε ένταση Σίντο 4 πράγμα που σημαίνει ότι, πάντα κατά την Μετεωρολογική Υπηρεσία, «τα αντικείμενα που κρέμονται και τα καλώδια ρεύματος στους δρόμους ταλαντεύονται πολύ, τα πιατικά στα ντουλάπια κροταλίζουν, συχνά πέφτουν αντικείμενα που δεν είναι στερεωμένα, ακούγονται πολύ δυνατοί θόρυβοι και η δόνηση είναι αισθητή ακόμα και εκτός των κτιρίων». Σε άλλες περιοχές της Ιαπωνίας, πιο βόρεια από το Τόκιο, η ένταση ήταν Σίντο 3 (με αντίστοιχα αλλά πολύ πιο ελαφρά συμπτώματα), ενώ στο σημείο που έγινε ο σεισμός, η ένταση ήταν Σίντο 5+ –όπως και στις λογαριθμικές κλίμακες μέτρησης Ρίχτερ και MMS, στην κλίμακα Σίντο η διαφορά μεταξύ Σίντο 3 και Σίντο 4 είναι μικρότερη από τη διαφορά Σίντο 4 και Σίντο 5. Με πιο απλά λόγια, η κλίμακα Σίντο προσπαθεί να ενημερώσει με έναν πιο ανθρωποκεντρικό τρόπο για τις επιπτώσεις του σεισμού καθώς το Μ8,5 ακούγεται μεν τεράστιο όμως αναλόγως της απόστασης, του βάθους και άλλων παραμέτρων, τα αποτελέσματά του μπορούν να είναι (και όντως είναι) πολύ διαφορετικά.
Όσοι ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα σίγουρα θα βρουν στο Ίντερνετ πολύ πιο αξιόπιστες πληροφορίες από αυτές που μπορώ να δώσω εγώ με τις σχεδόν ανύπαρκτες επιστημονικές μου γνώσεις. Αυτό που έχει σημασία, ωστόσο, είναι ότι η Ιαπωνία παραμένει η πιο σοβαρά προετοιμασμένη χώρα σε ό,τι σχετίζεται με τους σεισμούς –όλοι οι Ιάπωνες μαθαίνουν τις παραπάνω πληροφορίες (και πολύ περισσότερες) για τις διάφορες κλίμακες, για τους τύπους των σεισμών, για το πώς να διαβάζουν έναν χάρτη που τους καταγράφει και για το τι πρέπει να κάνουν όταν συμβούν, από τότε που πηγαίνουν στο νηπιαγωγείο. Και οι γνώσεις αυτές, σε συνδυασμό με την εμπειρία που –φευ- έρχεται από τη διαρκή έκθεση στο φαινόμενο, συμβάλλει σημαντικά τόσο στην αποφυγή του πανικού όσο και στις πολύ μικρές απώλειες όταν το φαινόμενο παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Και πάλι σας ευχαριστώ όλους για το ενδιαφέρον σας όμως ειλικρινά, η κατάσταση είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνη από όσο αφήνουν να εννοηθεί τα ελληνικά (και, υποπτεύομαι, και άλλων χωρών) ΜΜΕ.
(*) Για τον Σπύρο