Αν μιλήσεις μ’ εκείνους που στέκονται και πουλάνε το «The Big Issue» έξω από τη δυτική είσοδο του σταθμού του Σιντζούκου, θα σου πουν με σιγουριά ότι τα νούμερα που δίνει το Υπουργείο Υγείας, Εργασίας και Πρόνοιας είναι απατηλά μικρά: είναι αδύνατον η μεγαλύτερη μητρόπολη του κόσμου να έχει λιγότερους από 2000 άστεγους και όλη η χώρα να έχει 7500. Και πιθανότατα θα έχουν δίκιο καθώς και οι ίδιοι είναι άστεγοι και η πώληση του περιοδικού είναι μια από τις ευκαιρίες που έχουν να δουλέψουν και να βγάλουν τα λίγα χρήματα που χρειάζονται για να ζήσουν σε ένα από τα χαρτοκιβώτια που με τόση προσοχή απλώνουν κάθε βράδυ στις υπόγειες διαβάσεις και στις γέφυρες γύρω από το σταθμό. Όμως ακόμα και αν έχουν όντως δίκιο και οι αριθμοί είναι διπλάσιοι, εξακολουθούν να είναι ελάχιστοι σε σχέση με το μέγεθος του Τόκιο και της Ιαπωνίας: 4000 άνθρωποι στα 13 εκατομμύρια και 15.000 στα 130; Είναι δυνατόν;
Είναι, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι και το σκάσιμο της φούσκας της δεκαετίας του 1990 οι αριθμοί αυτοί ήταν ίσως και δύο τάξεις μεγέθους πιο κάτω∙ σε πιο απλά λόγια, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι άστεγοι της Ιαπωνίας μετριούνταν κατά κοινή ομολογία σε δεκάδες. Η ισόβια οικονομική εξασφάλιση που συνόδευε την πρόσληψη σε μια εταιρεία (και που συχνά συνεπαγόταν και εξασφάλιση στέγης) και η κοινωνική καταξίωση που προέκυπτε από αυτή υπόσχονταν στον μέσο Ιάπωνα ένα σταθερό εισόδημα που του επέτρεπε να σχεδιάσει τη ζωή του με τη σιγουριά ότι δε θα χρειαστεί ποτέ να ανησυχήσει για βασικά ζητήματα όπως η στέγη, η διατροφή ή η περίθαλψή του (η σύνταξη είναι ένα άλλο θέμα, προβληματικό τότε όπως και τώρα). Όμως η φούσκα τα άλλαξε όλα αυτά αποδεικνύοντας ότι το μόνο πράγμα που αιωρούταν στα σύννεφα δεν ήταν οι τιμές των ακινήτων αλλά και η ψευδαίσθηση της σταθερότητας.
Οι Ιάπωνες ως και τα χρόνια του Έντο το ήξεραν αυτό, εξ ου και ο «αιωρούμενος κόσμος» (ή «ουκίγιο/浮世») που χρησιμοποιούσαν για να περιγράψουν την εποχή τους και στον οποίο οφείλει η στήλη την ονομασία της. Όπως πιθανότατα το ήξεραν και οι επίγονοί τους που έζησαν τον πόλεμο –όμως προφανώς το ξέχασαν ζώντας τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση και το «ιαπωνικό θαύμα». Και όταν η φούσκα έσκασε ήρθαν οι απολύσεις, οι διακρίσεις λόγω ηλικίας έγιναν πιο έντονες και αρκετές χιλιάδες άνθρωποι συνειδητοποίησαν ότι ο μόνος τρόπος να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια της οικογένειάς τους ήταν να αυτοεξοριστούν από τη ζωή της. Κάπως έτσι γεννήθηκαν οι χαρτονένιες φαβέλες που σαν μαγική εικόνα εμφανίζονται κάθε βράδυ και εξαφανίζονται κάθε πρωί, όταν οι μεσήλικες και ηλικιωμένοι άστεγοι πηγαίνουν για να μαζέψουν κονσερβοκούτια ή για να κάνουν κάποια άλλη από τις προσωρινές δουλειές που τους επιτρέπουν να ζουν και, σε μερικές περιπτώσεις, να συμβάλλουν στον προϋπολογισμό της οικογένειάς τους που ζει ακόμα στο σπίτι που έχτισαν μαζί, πριν τη φούσκα.